Σελίδες

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θρησκεία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θρησκεία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Christian Plato

The Warden Post


Among the writings of the 7th century abbot of Sinai, Anastasios, there is a story which relates that it was the custom of a certain learned Christian to curse Plato daily, until eventually Plato himself appeared to him and said:

"Man, stop cursing me; for you are merely harming yourself. I do not deny that I was a sinner, but, when Christ descended into hades, no one believed in Him sooner than I did."

-- Fr. Andrew Louth, Greek East & Latin West, the Church AD 681-1071 (The Church in History, Vol III):

Χριστός ήλιος – Βασιλεύς ήλιος

 Ηλιολατρικές παραδόσεις στις βυζαντινές αυτοκρατορικές θεσμικές εικόνες 


Οι ηλιολατρικές-ειδωλολατρικές παραδόσεις ήταν οργανικά ενταγμένες στον κοινωνικό και λατρευτικό βίο των Βυζαντινών. Η εικόνα του Χριστού ως Ήλιου της Δικαιοσύνης υπήρξε θεμελιωδώς συνδεδεμένη με την εορτή των Χριστουγέννων, που βεβαίως στο ρωμαϊκό λατρευτικό ημερολόγιο διόλου τυχαία συνέπιπτε με τον εορτασμό της Dies Natalis Invicti Solis (25 Δεκεμβρίου). Όπως φαίνεται στην ποιητική Ρωμανού του Μελωδού η γέννηση του Χριστού ήταν συνδεδεμένη ουσιαστικά με την κοσμική άνοιξη[9]. Ωστόσο, η ηλιακή εικόνα του Χριστού συνδέεται με την εορτή των Επιφανίων, καθώς σχετίζεται με την μυστηριακή αποκάλυψη του Θεού στον κόσμο, μέσα από το κήρυγμα και το βάπτισμα: «Τῇ Γαλιλαίᾳ τῶν Ἐθνῶν, τῇ τοῦ Ζαβουλὼν χώρᾳ, καὶ τοῦ Νεφθαλεὶμ γαίᾳ, ὡς εἶπεν ὁ Προφήτης, φῶς μέγα ἔλαμψε Χριστός· τοῖς ἐσκοτισμένοις φαεινὴ ὤφθη αὐγή, ἐκ Βηθλεὲμ ἀστράπτουσα˙ μᾶλλον δὲ ἐκ Μαρίας ὁ Κύριος πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ ἀνατέλλει τάς ἀκτῖνας, ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης. Διὸ οἱ ἐξ Ἀδὰμ γυμνοί, δεῦτε πάντες ὑποδύωμεν αὐτόν, ἵνα θαλφθῶμεν· σκέπη γὰρ γυμνῶν, καὶ αἴγλη ἐσκοτισμένων, ἦλθες ἐφάνης τὸ Φῶς τὸ ἀπρόσιτον »[10].

Αναλόγως, η αυτοκρατορική εικόνα και οι σχετικές εθιμοτυπικές λειτουργίες συνδέονται με την εορτή των Επιφανίων, καθώς καλλιεργούν την εικόνα ενός μυστηριακά αποκαλυπτόμενου Αυτοκράτορα με την ίδια την ιστορική ευημερία της Ρωμαϊκής Οικουμένης. Όπως και το φως των Επιφανίων του Χριστού, έτσι και οι αυτοκρατορικές μαρμαρυγές είναι αποκαλυπτικού χαρακτήρα. Αυτές οι μακρές παραδόσεις αποδίδουν την αδιάκοπη σχέση με τα ελληνορωμαϊκά πρότυπα και την μυστηριακή θέση του Βασιλέως στον κοσμικό κύκλο, όπως προβαλλόταν στα αρχαία ανατολικά θεολογικά συστήματα. Δεν μπορούμε να προσπεράσουμε αυτό το σημείο χωρίς να υπογραμμίσουμε, πως η ηλιοκεντρική αυτοκρατορική εικόνα επαναλαμβάνει την πλατωνική θέση της συσχετίσεως Ηλίου και Αγαθού. Τα δύο σημεία αφορούν τόσο στην «θεολογία» όσο και στην πολιτική επιστήμη. Όταν η ελληνορωμαϊκή πολιτειακή παράδοση αναφέρεται στον Βασιλέα-Ήλιο, πέρα από την εγκωμιαστική διάσταση, προσδοκά να τον ατενίζει ως το Αγαθό της Πολιτείας[11]. Αυτός ο προσανατολισμός είχε « αριστοκρατικά » χαρακτηριστικά και εξέφραζε διαχρονικά την ελίτ των παλατιανών αξιωματούχων ειδικά κατά την ύστερη αρχαιότητα όπου το όραμα ήταν συνώνυμο των πολιτικών ζωτικών δυνάμεων.

Ένας από τους σπάνιους νομισματικούς τύπους ήταν τα κομνήνεια Ηλιοσεληνάτα. Ο τύπος αυτός απεικονίζει την εικόνα του ιστάμενου Χριστού πλαισιωμένη αριστερά και δεξιά από δύο αστρικά σύμβολα. Τα σύμβολα αυτά φαίνεται να ομοιάζουν. Σε μία, ωστόσο, προσεχτικότερη εξέταση των καλύτερα σωζόμενων δειγμάτων του είδους, διαπιστώνεται, πως παρά την εμφανή τους ομοιότητα, παρουσιάζουν αναλόγως διαφορές κατά την απόδοσή τους. Τα δύο αυτά σύμβολα αποδίδουν δύο διαφορετικούς αστρικούς τύπους, μη συνιστώντας απλή αναπαραγωγή της εικόνας του Christus Stelatus. Τα αστρικά αυτά σύμβολα είναι οκτάκτινα και παραπέμπουν στο σημείο του Σταυρού, τον οκτάκτινο νομισματικό τύπο του οποίου συχνά συναντάμε στην νομισματική της εποχής του Μανουήλ Α’. Ωστόσο, το οκτάκτινο σταυρικό σημείο σαφώς παραπέμπει στο οκτάκτινο άστρο, που ήδη από τον 3ο π.Χ. αιώνα, αποτελούσε στον Ποντιακό ελληνιστικό χώρο σύμβολο της ηλιακής θεότητας. Θεωρούμε, πως ο μιθριδατικός οκτάκτινος ήλιος-Σταυρός, καθόλου τυχαία, συνδέεται με την ποντιακή καταγωγή της Κομνήνειας δυναστείας, παραπέμποντας στους βαθύτατους μύθους και στις πολιτειακές παραδόσεις ενός κοινού καταγωγικού χώρου. Αναλόγως, το ηλιακό σύμβολο, που όπως ήδη σημειώσαμε, δυναμικά επικαιροποιείται στο εικονολογικό πολιτικό πρόγραμμα του Μανουήλ Α’, συνδέεται με τις επιτυχείς στρατιωτικές επιχειρήσεις του Βυζαντινού στρατού στο ανατολικό μέτωπο.

Σε μία άλλη παρόμοια απόδοση, το αστρικό σύμβολο ομοιάζει με φυλλοφόρο Σταυρό, ο οποίος όμως μάλλον παραπέμπει περισσότερο στο άνθος του κρίνου. Δύσκολα μπορούμε να αποφύγουμε την αντιστοίχιση: Τόσο οι Βυζαντινοί μικρογράφοι της εποχής, όσο και οι αγιογράφοι, απέδιδαν με συνέπεια τον παππού του Μανουήλ Α’, Αλέξιο Α’, ενδεδυμένο αυτοκρατορικό σάκο, που έφερε τέτοιου είδους κεντητά άνθη. Τρόπον τινά, το συγκεκριμένο σύμβολο παρέπεμπε στην ίδια την αυτοκρατορική εξουσία, αλλά και συγκεκριμένα στην Κομνήνεια δυναστεία.

Η εκτίμησή μας είναι, δεδομένης της εκφραστικής ποικιλίας, πως τα δύο αστρικά σύμβολα αποδίδουν τις εικόνες του ήλιου και της σελήνης, συνεπώς i. τα Οικουμενικά χαρακτηριστικά της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και ii. Την θεία προέλευση της ορατής και αοράτου κτίσεως, της οποίας φύλαξ έχει οριστεί εκ Θεού ο Αυτοκράτορας. Η εκτίμησή μας ενισχύεται από τον ύπαρξη του ιδιαιτέρως παράξενου τύπου, των κομνήνειων ηλιοσεληνάτων της εποχής του Μανουήλ Α’. Τα νομίσματα αυτά δεν έφεραν εγγεγραμμένο κανένα σύμβολο, αλλά την επιγραφή +ΗΛΙΟCΕΛΗΝΑΤΟΝ ή σε άλλη περίπτωση +ΗΛΙΩ/CΕΛΗΝ[Η]/ΑΓΙΟΝ/ΤΟΔΕ. Οι επιγραφές αυτού του είδους, όπως η άλλη όψη των νομισμάτων μαρτυρά, παραπέμπουν καταρχήν σε ένα νόμισμα μίας συγκεκριμένης αξίας, υλικού και βάρους. Από την άλλη όμως πλευρά σαφώς περιγράφουν τα σύμβολα του ήλιου και της σελήνης.


Η Διδασκαλία της Ενότητος στην Ελληνική Παράδοση


Του Claudio Mutti


http://hypervoria.blogspot.com/2012/04/blog-post_28.html

«Η διδασκαλία της Ενότητος, δηλαδή η κατάφαση ότι η Αρχή κάθε υπάρξεως είναι ουσιαστικώς Μία, είναι ένα θεμελιώδες σημείο κοινό σε κάθε ορθόδοξη παράδοση»[1]. Αυτό γράφει ο Ρενέ Γκενόν, συμφώνως προς τον οποίον «κάθε αυθεντική παράδοση είναι ουσιαστικώς μονοθεϊστική· χρησιμοποιώντας μία πιο ακριβή γλώσσα, κάθε αυθεντική παράδοση δηλώνει πρώτα από όλα την ενότητα της Υπέρτατης Αρχής, από την οποία όλα απορρέουν και από την οποία όλα εξαρτώνται πλήρως. Αυτή η κατάφαση, ιδιαιτέρως στην έκφραση που προσλαμβάνει στις παραδόσεις που έχουν θρησκευτική μορφή, αποτελεί τον αληθή μονοθεϊσμό»[2].


Συμφώνως προς αυτήν την αντίληψη, μία αυθεντική παραδοσιακή ιδέα δεν μπορεί να είναι πολυθεϊστική, με άλλα λόγια, δεν μπορεί να αποδέχεται μία πολλαπλότητα αρχών θεωρούμενων ως απολύτως ανεξαρτήτων. Στην πραγματικότητα ο Γκενόν γράφει ότι ο πολυθεϊσμός είναι «συνέπεια της μη κατανοήσεως κάποιων παραδοσιακών αληθειών, συγκεκριμένα αυτών που αφορούν τις θεϊκές όψεις ή χαρακτηριστικά»[3], λέει επίσης ότι «αυτή η μη κατανόηση είναι πάντοτε πιθανή στην περίπτωση απομονωμένων και περισσότερο ή λιγότερο αναρίθμητων ατόμων, αλλά η γενίκευσή της, αντιστοιχούσα σε μία κατάσταση ακραίου εκφυλισμού μίας εξαφανιζόμενης παραδοσιακής μορφής, υπήρξε βεβαίως σπανιότερη από ότι νομίζει κάποιος»[4].


Επομένως, αν η νομιμότητα μίας παραδοσιακής ιδέας καθορίζεται αυστηρώς από την συνέπειά της προς την διδασκαλία της Ενότητος, ποιος είναι ο βαθμός εγκυρότητος των αρχαίων Ευρωπαϊκών παραδοσιακών μορφών, που χαρακτηρίζονται γενικώς από μία πολλαπλότητα θεοτήτων;


Καθώς δεν μπορώ να εξετάσω το θέμα σε όλη του την έκταση, θα περιοριστώ να εξετάσω την Ελληνική κουλτούρα, η οποία είναι  τυπική λόγω της πολλαπλότητος των θεϊκών μορφών, γενικώς εχουσών μία ανθρωπομορφική όψη.


Είναι αλήθεια πως η πολυθεϊστική οπτική ξεπερνιέται από την φιλοσοφική σκέψη, η οποία άρχισε να ψάχνει μία ενοποιητική αρχή και κορυφώθηκε με την εξατομίκευση μίας causa causarum, ονομαζόμενης Υπέρτατο Αγαθό από τον Πλάτωνα, Κινούν Ακίνητο από τον Αριστοτέλη, Λόγος από τους Στωικούς. Στην Λατινική κουλτούρα αυτή η causa prima προσδιορίστηκε από τον Κικέρωνα ως as princeps deus, qui omnem mundum regit[5]. Παρόλα αυτά στην αρχαία Ελλάδα η κατάφαση της θεϊκής Ενότητος μπορεί να βρεθεί όχι μόνο στην φιλοσοφία, αλλά και αλλού.


Για παράδειγμα στην Ιλιάδα του Ομήρου βλέπουμε τους Ολύμπιους θεούς να αγωνίζονται ο ένας εναντίον του άλλου, καθώς μερικοί από αυτούς ευνοούν τους Αχαιούς, κάποιοι τους Τρώες. Παρόλα αυτά, κάποια επεισόδια της Ιλιάδος υποδηλώνουν μία θέαση, που ανάγει την πολλαπλότητα των θεϊκών μορφών σε μία ανώτερη και υπερβατική ενοποιητική αρχή.


Για παράδειγμα, ένα εδάφιο της ραψωδίας Θ’ της Ιλιάδος είναι η αρχαιότερη μαρτυρία σχετικώς προς το επιχείρημα που εξετάζουμε. Το επεισόδιο είναι το ακόλουθο. Ο Δίας συγκαλεί το συμβούλιο των θεών στην υψηλότερη κορυφή του Ολύμπου και απαγορεύει σε όλους να λάβουν μέρος στην μάχη. Ο Δίας όχι μόνο απειλεί ότι θα πετάξει τους παραβάτες στα βάθη του Ταρτάρου, αλλά επιδεικνύει επίσης την συντριπτική του ανωτερότητα ως προς όλους τους θεούς:


εἰ δ᾽ ἄγε πειρήσασθε θεοὶ ἵνα εἴδετε πάντες·

σειρὴν χρυσείην ἐξ οὐρανόθεν κρεμάσαντες

πάντές τ᾽ ἐξάπτεσθε θεοὶ πᾶσαί τε θέαιναι·

ἀλλ᾽ οὐκ ἂν ἐρύσαιτ᾽ ἐξ οὐρανόθεν πεδίον δὲ

Ζῆν᾽ ὕπατον μήστωρ᾽, οὐδ᾽ εἰ μάλα πολλὰ κάμοιτε.

ἀλλ᾽ ὅτε δὴ καὶ ἐγὼ πρόφρων ἐθέλοιμι ἐρύσσαι,

αὐτῇ κεν γαίῃ ἐρύσαιμ᾽ αὐτῇ τε θαλάσσῃ·

σειρὴν μέν κεν ἔπειτα περὶ ῥίον Οὐλύμποιο

δησαίμην, τὰ δέ κ᾽ αὖτε μετήορα πάντα γένοιτο.

τόσσον ἐγὼ περί τ᾽ εἰμὶ θεῶν περί τ᾽ εἴμ᾽ ἀνθρώπων.[6]


(Και δοκιμάσετε, ω θεοί, να το γνωρίσετ’ όλοι.

Χρυσή κρεμάσετ’ άλυσον απ’ τ’ ουρανού την άκρην,

και αθάνατοι και αθάνατες, όλοι απ’ αυτήν πιαστήτε,

Αλλά δεν θα’σθε δυνατοί μ’ όσον κι αν βάλτε κόπον

να σύρετ’ απ’ τον ουρανόν τον πάνσοφον Κρονίδην.

Αλλ’ αν εγώ το ήθελα θα εδύνομουν και μόνος

μ’ όλην την γην και θάλασσαν επάνω να σας σύρω.

Και θα’δενα την άλυσον στην κορυφήν του Ολύμπου

ώστε τα πάντα ανάερα να μείνουν εις τον κόσμον.

Τόσο ανώτερος εγώ θεών και ανθρώπων είμαι.)


Η ανωτερότητα της δύναμης του Διός προς την δύναμη όλων μαζί των θεών, συμβολίζει την ουσιαστική μηδαμινότητα της πολλαπλότητος των θεϊκών όντων εν’ όψει της ενότητος της αρχής.


Αλλά η δύναμη του ιδίου του Διός, που είναι υπέρτατη μπροστά σε  αυτήν των άλλων θεών, περιορίζεται από την άκαμπτη θέληση της Μοίρας. Η υποταγή του προσωπικού θεού σε αυτήν την απρόσωπη Θέληση, αναδύεται ξεκάθαρα από εκείνα τα εδάφια της Ιλιάδος, οπού ο Πατέρας των θεών και των ανθρώπων ζυγίζει τα πεπρωμένα των ανταγωνιζομένων μέσω ενός κοσμικού ζυγού, ο οποίος του αποκαλύπτει την ετυμηγορία της Μοίρας. Τα πιο σαφή από αυτά τα εδάφια βρίσκονται στις ραψωδίες Θ’ (στίχοι 69-75) και Χ’ (στίχοι 209-213): στο πρώτο ο Ζευς ζυγίζει τα συλλογικά πεπρωμένα των Τρώων και Αχαιών αγωνιζομένων, στο δεύτερο τα ατομικά πεπρωμένα του Αχιλλέως και του ‘Εκτορος. Παραθέτω από το δεύτερο απόσπασμα:


καὶ τότε δὴ χρύσεια πατὴρ ἐτίταινε τάλαντα,

ἐν δ᾽ ἐτίθει δύο κῆρε τανηλεγέος θανάτοιο,

τὴν μὲν Ἀχιλλῆος, τὴν δ᾽ Ἕκτορος ἱπποδάμοιο,


ἕλκε δὲ μέσσα λαβών· ῥέπε δ᾽ Ἕκτορος αἴσιμον ἦμαρ,

ᾤχετο δ᾽ εἰς Ἀΐδαο, λίπεν δέ ἑ Φοῖβος Ἀπόλλων.[7]


(τότ’ έστησε τ’ ολόχρυσο στατέρι του ο πατέρας

και δυο μοίρες έβαλε του τεντωτού θανάτου,

μοίραν εδώ του ιπποδαμαστή  Έκτορος κι εκεί του Αχιλλέως.



Το σήκωσε και έγυρε του Έκτορος η μοίρα

ως εις τον Άδην, κι έφυγεν από σιμά του ο Φοίβος.)


Ο Απόλλων εγκαταλείπει τον Έκτορα στην μοίρα του, η Αθηνά αναγγέλλει στον Αχιλλέα ότι η νίκη θα είναι δική του, ο Δίας απορρίπτει την πρόταση να σώσει την ζωή του Έκτορος. Όλοι οι θεοί υποτάσσουν τους εαυτούς τους στην θέληση μίας θεϊκής δυνάμεως που τους υπερβαίνει όλους.





Μία ανάλογη κατάφαση της υπέρτατης δυνάμεως του Διός είναι παρούσα στην πάροδο του Αγαμέμνονος του Αισχύλου, όπου ο χορός, αποτελούμενος από δώδεκα πρεσβυτέρους, αφού έχει μνημονεύσει την αρχή της εκστρατείας ενάντια στην πόλη του Πριάμου, απαγγέλει έναν ιεροπρεπή ύμνο:


Ζεύς, ὅστις ποτ' ἐστίν, εἰ τόδ' αὐ

          τῷ φίλον κεκλημένῳ,

          τοῦτό νιν προσεννέπω.

          οὐκ ἔχω προσεικάσαι

          πάντ' ἐπισταθμώμενος

      πλὴν Διός, εἰ τὸ μάταν ἀπὸ φροντίδος ἄχθος

          χρὴ βαλεῖν ἐτητύμως.[8]


(Ο Δίας – όποιος και αν είναι – αν μ’ αυτό

τόνομα αρέση να καλήται,

μ’ αυτό κ’ εγώ τον ονομάζω,

όλα στη στάθμη ταπεικάζω

κι όξω από το Δία δε βρίσκω άλλο

για να μπορέσω, αν πρέπει αλήθεια,

μες απ τα στήθια

το βάρος της αμφιβολίας να βγάλω)


Εφόσον ο Κάλχας έχει προβλέψει ότι το μίσος της Αρτέμιδος ενάντια στους Ατρείδες θα είναι τρομερό, ο χορός λέει πως για να εκμηδενίσεις το άγχος που προκαλείται από αυτήν την πρόβλεψη, είναι αναγκαίο να προσφύγεις στον Δία, μόνο στον Δία, διότι δεν υπάρχει κανένας και τίποτα που να είναι ίσα του.


Δίας είναι επίσης το όνομα που χρησιμοποιείται από τους Στωικούς, για να εκφράσει τον Λόγο που πλάθει το κάθε ον, δίνοντάς του ζωή και ψυχή. Μία έκφραση της Στωικής θρησκευτικότητος είναι ο Υμνός εις Δία, γραμμένος από τον Κλεάνθη από την Άξο (300-220 π.Χ.), ο οποίος αρχίζει εξυμνώντας τον Δία ως αρχή και κυρίαρχο όλων όσων υπάρχουν.


κύδιστ᾽ ἀθανάτων, πολυώνυμε παγκρατὲς αἰεὶ

Ζεῦ φύσεως ἀρχηγέ, νόμου μετὰ πάντα κυβερνῶν,

χαῖρε·[9]


(Ενδοξότερε των αθανάτων, καλούμενε με πολλά ονόματα, παντοτινά παντοδύναμε

Ζευ αρχηγέ της φύσεως, που κυβερνάς τα πάντα με τον νόμο,

Χαίρε)


Ο Μαξ Πόλενζ γράφει ότι  όταν ο φιλόσοφος-ποιητής «εξυμνεί τον Δία, που καλείται με πολλά ονόματα, οι πιστοί καταλαβαίνουν ότι ο Δίας, ο Λόγος, η Φύσις, η Πρόνοια, η Ειμαρμένη είναι μόνο διαφορετικά ονόματα της μοναδικής παγκοσμίου Θεϊκής Κεφαλής».[10] 


Επίσης ο Άρατος από τους Σόλους (320-250) στην κατανυκτική αρχή των Φαινομένων του, δίνει το όνομα Δίας στην αρχή της κοσμικής εκδηλώσεως, νοούμενης ως πανταχού παρόντος πνεύματος:


Ἐκ Διὸς ἀρχώμεσθα, τὸν οὐδέποτ' ἄνδρες ἐῶμεν

ἄρρητον. Μεσταὶ δὲ Διὸς πᾶσαι μὲν ἀγυιαί,

πᾶσαι δ' ἀνθρώπων ἀγοραί, μεστὴ δὲ θάλασσα

καὶ λιμένες· πάντη δὲ Διὸς κεχρήμεθα πάντες.[11]


(Ας αρχίσουμε από τον Δία, τον οποίο ποτέ δεν αφήνουμε αμνημόνευτο.

Γεμάτοι από τον Δία είναι όλοι οι δρόμοι,

όλες οι αγορές των ανθρώπων, γεμάτη η θάλασσα

και οι λιμένες· παντού είμαστε οι πάντες υπόχρεοι στον Δία.)


Διαφορετικά, στον Πλούταρχο η θεϊκή ενότητα και μοναδικότητα δεν συμβολίζεται από την μορφή του Διός, αλλά από τον Απόλλωνα. Στον διάλογο Περί του ΕΙ του εν Δελφοίς, οπού προτείνονται μερικές ερμηνείες του αλφαβητικού γράμματος Ε, το οποίο αναπαριστάται στην είσοδο του Δελφικού ναού του Απόλλωνος, η τελική εξήγηση δίνεται από τον δάσκαλο του Πλουτάρχου, Αμμόνιο: Το Ε αναγιγνωσκόμενο ως ει, συμπίπτει με το δεύτερο ενικό πρόσωπο του ενεστώτα του ρήματος ειμί· τότε σημαίνει «είσαι». Ειπωμένο προς τον θεό που προτρέπει τον άνθρωπο να γνωρίζει τον εαυτό του (η φράση γνῶθι σαὐτόν ήταν σκαλισμένη στην πρόσοψη του ιερού), «είσαι» είναι μία αναγνώριση του Απόλλωνος ως Όντος.


οὕτως οὖν αὐτὸ δεῖ σεβομένους ἀσπάζεσθαι [καὶ] προσεθίζειν, 'εἶ', καὶ

νὴ Δία, ὡς ἔνιοι τῶν παλαιῶν, 'εἶ ἕν'. οὐ γὰρ πολλὰ τὸ

θεῖόν ἐστιν, ὡς ἡμῶν ἕκαστος ἐκ μυρίων διαφορῶν ἐν

πάθεσι γινομένων ἄθροισμα παντοδαπὸν καὶ πανηγυρι-

κῶς μεμιγμένον. ἀλλ' ἓν εἶναι δεῖ τὸ ὄν, ὥσπερ ὂν τὸ ἕν

(…) ὅθεν εὖ καὶ τὸ πρῶτον ἔχει τῷ θεῷ τῶν ὀνο-

μάτων καὶ τὸ δεύτερον καὶ τὸ τρίτον. Ἀπόλλων μὲν γὰρ

οἷον ἀρνούμενος τὰ πολλὰ καὶ τὸ πλῆθος ἀποφάσκων

ἐστίν, Ἰήιος δ' ὡς εἷς καὶ μόνος. Φοῖβον δὲ δήπου τὸ

καθαρὸν καὶ ἁγνὸν οἱ παλαιοὶ πᾶν ὠνόμαζον[12]


(Ως εξής, λοιπόν, πρέπει με σεβασμό να χαιρετίζουμε και να προσαγορεύουμε τον θεό: είσαι. Και μα τον Δία, όπως ορισμένοι από τους παλαιούς: είσαι ένα. Γιατί το θείο δεν είναι πολλά , όπως ο καθένας από μας είναι ετερόκλιτο άθροισμα μυρίων διαφοροποιήσεων που οφείλονται στις μεταβολές μας, ένα πανηγυρικό ανακάτεμα. Αλλά το ον πρέπει να είναι ένα, όπως και το ένα ον (…) Επομένως ταιριάζει καλά στο θεό και το πρώτο και το δεύτερο και το τρίτο από τα ονόματά του. Γιατί είναι Απόλλωνας, καθόσον αρνείται τα πολλά και αποποιείται το πλήθος, Ιήιος ως ένας και μόνος. Φοίβος, τέλος, ήταν δίχως αμφιβολία το όνομα που έδιναν οι παλαιοί σε κάθε τι καθαρό και αγνό)


Ακολουθώντας την ερμηνευτική μέθοδο που βασίζεται στο συμβολικό νόημα των στοιχείων που συναποτελούν μία λέξη, ο Πλούταρχος βρίσκει πως το όνομα Απόλλων μπορεί να γίνει κατανοητό ως συντιθέμενο από ένα στερητικό –α και το θέμα πολύς, πολύ, επομένως «χωρίς πολλαπλότητα». Παρομοίως το όνομα του Απόλλωνος Ιήιος , συσχετίζεται προς την λέξη είς, «ένας», ενώ  η προσφώνηση Φοίβος συνδεόμενη ετυμολογικώς με το φάος, «φως», σημαίνει «φωτεινός, αγνός» και συνεπώς «δίχως προσμείξεις». Για αυτό το θεϊκό πρόσωπο του Απόλλωνος είναι η μία και μοναδική αρχή της παγκοσμίου εκδηλώσεως, είναι ο Υπέρτατος Εαυτός όλων όσων υπάρχουν.



Αλαίν ντε Μπενουά: Είκοσι πέντε αρχές «ηθικής»


Δεν έχω μεγάλη συμπάθεια στον όρο «ηθική». Γνωρίζω πολύ καλά την «γενεαλογία» της, την οποία θεωρώ ότι διαφώτισε αρκετά καλά ο Νίτσε. Τείνω άλλωστε να πιστέψω ότι υπάρχουν τόσες πολλές «ηθικές» όσα και τα επίπεδα της ανθρωπότητος, πράγμα που βεβαίως παραπέμπει σε έναν σχετικό αριθμό. Αντιθέτως, πιστεύω πολύ στις αρχές που μπορεί να είναι ταυτοχρόνως και κανόνες ζωής (καθώς η κάθε ιστορική πορεία πραγματοποιείται από τον μύθο στις αρχές δια μέσου κάποιας ιδέας). Καταθέτω λοιπόν εδώ τις δικές μου αρχές, στις οποίες θέλω να πιστεύω ότι μένω κατά κανόνα συνεπής.



Αlain-de-Βenoist




1. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΙΝΑΙ ΣΥΜΠΑΙΚΤΗΣ ΤΩΝ ΘΕΩΝ, δεμένος με αυτούς, τόσο για το καλύτερό όσο και για το χειρότερο. Και οι δύο πλευρές δημιουργούν από κοινού. Οι Θεοί δεν είναι υπεράνω, ούτε έξω από εμάς. Δεν είναι ούτε και πέρα από τις αισθήσεις μας. Σημαντικό άλλωστε δεν είναι το να πιστεύει κανείς στο Θείο, αλλά να συμπεριφέρεται με τέτοιον τρόπο ώστε Αυτό να μπορεί να δείξει σε αυτόν εμπιστοσύνη. Σημαντικό είναι να μπορεί να βρίσκει κανείς και να αναγνωρίζει το Θείο μέσα του και να αποκαλύπτει τον εαυτό του, όπως αποκαλύπτεται Αυτό. Το σώμα και η ψυχή είναι ένα και το αυτό πράγμα. Το να φέρνει κανείς το ένα απέναντι στο άλλο, το να αντιπαραθέτει αυτές τις έννοιες, αποτελεί ασθένεια του πνεύματος. Όποιος Θεός δεν συμπεριφέρεται όπως έχει κανείς το δικαίωμα να περιμένει από αυτόν, αξίζει να υποστεί την απάρνηση, υπό τον όρο όμως ότι εκείνος που την τολμά έχει προηγουμένως δώσει το καλύτερο του εαυτού του.

2. ΔΕΝ ΑΡΚΕΙ ΜΟΝΟ ΤΟ ΝΑ ΓΕΝΝΗΘΕΙ ΚΑΝΕΊΣ, ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΚΑΙ ΝΑ «ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΕΙ». Η δημιουργία έπεται της γεννήσεως και δεν μπορεί κανείς να δημιουργηθεί παρά μόνον από τον ίδιο του τον εαυτό. Μόνον έτσι είναι δυνατόν να δώσει στον εαυτό του μία ψυχή, γι’ αυτό και ο Έκχαρτ κάνει λόγο για «αυτό-δημιουργία»: «υπήρξα η αιτία του εαυτού μου, εκεί που θέλησα τον εαυτό μου και δεν υπήρξα τίποτε άλλο. Υπήρξα αυτό που θέλησα και αυτό που θέλησα υπήρξε εγώ». Στην Edda «Havamal» (5), ο Θεός Odin παρουσιάζεται θυσιασμένος στον ίδιο του τον εαυτό. Ένα έθνος θεμελιώνει έναν Πολιτισμό όταν γίνεται η αιτία του εαυτού του, η αιτία της υπάρξεώς του, όταν την πηγή μίας αιώνιας ανανεώσεως την βρίσκει μόνο μέσα στην δική του Παράδοση. Το ίδιο ισχύει και με τους ανθρώπους, όπου κάποιος οφείλει να βρίσκει μέσα του τις αιτίες του εαυτού του, καθώς και τα μέσα της όποιας αυτο-υπερβάσεώς του (αντίθετα λ.χ. από τον ηγέτη ενός παρακμιακού Κράτους που κρατεί την εξουσία από εξωτερικά του εαυτού του πράγματα αντί από την υπεροχή των προσωπικών αρχών του).

3. Η ΑΡΕΤΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΛΩΣ ΕΝΑ ΜΕΣΟΝ που αναφέρεται σε κάποια νομοτέλεια. Αντιθέτως, είναι η νομοτέλεια του εαυτού της, η ίδια η αμοιβή της, η εσωτερική ανάκτηση ή η ανάκτηση του εαυτού, η αφετηρία της κάθε αναζητήσεως και της κάθε κατακτήσεως, και πρώτα από όλα η αμοιβαία αναγνώριση και ανακάλυψη του ψυχισμού και της ψυχής. Είναι η θεσμοποίηση του εαυτού μίας απόλυτης ισορροπίας, το να είναι κανείς ο ηγέτης του εαυτού του, να υπακούει στον εσωτερικό αφέντη του και την ίδια στιγμή να διατάσσει τον εσωτερικό του δούλο. Κυρίως είναι η αναζήτηση του Μέτρου.

4. ΔΕΝ ΑΡΚΕΙ ΤΟ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΝΕΙΣ Ο ΕΑΥΤΟΣ ΤΟΥ, αλλά πρέπει επίσης να γίνει τελικά αυτό που μπορεί να γίνει. Να κτισθεί σύμφωνα με την άποψη που έχει δημιουργήσει για τον εαυτό του, αλλά και να μην αρκεστεί ποτέ από το αποτέλεσμα. Πρέπει να θέλει να αλλάξει πρώτα ο ίδιος πριν στραφεί να αλλάξει τον κόσμο, και είναι προτιμότερο να παραδεχθεί τον κόσμο όπως είναι παρά να παραδεχθεί τον εαυτό του όπως είναι. Πρέπει να αναπτύξουμε μέσα μας εκείνες από τις δυνατότητές που καθιστούν ανθρώπους εμάς τους ίδιους. Μία ισχυρή θέληση μάς επιτρέπει να γίνουμε αυτό που θέλουμε ανεξάρτητα από εκείνο που ήμασταν, γιατί η θέληση προηγείται όλων των προκαθορισμών, ακόμη και εκείνου της γεννήσεως, υπό τον όρο βεβαίως να έχουμε την ικανότητα να θέλουμε. Πρώτα από όλα χρειάζεται να καλλιεργήσουμε την εσωτερική ενέργεια, την ενέργεια εκείνη «της οποίας την απόδειξη υπάρξεως μπορεί να δώσει εξίσου ένα μυρμήγκι και ένας ελέφαντας» (Σταντάλ) και που επιτρέπει να παραμένει κανείς μέσα στον χειμώνα αυτό δια μέσου του οποίου επιστρέφει η άνοιξη.

5. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΘΟΡΙΖΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΜΑΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΕΠΙΜΕΝΟΥΜΕ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ. Να ορίζουμε νόμους για τον εαυτό μας υπό τον όρο όμως να μην τους αλλάζουμε (πράγμα που ωστόσο δεν μας εμποδίζει από το να δίνουμε νέες διαστάσεις στις προοπτικές που επιλέξαμε). Να μην υποχωρούμε, να μην τσακίζουμε. Να συνεχίζουμε ακόμα και αν δεν υπάρχουν πια οι λόγοι για να συνεχίσουμε. Να μένουμε πιστοί στις προδομένες ιδέες, πιστοί ακόμα και για λογαριασμό εκείνων που δεν έμειναν πιστοί. Να μένουμε πιστοί επίσης και σε όλους εκείνους που δεν υπάρχουν πια. Να υπερασπιζόμαστε εναντίον όλων, ακόμα και εναντίον του ίδιου μας του εαυτού, την ιδέα που έχουμε για τα πράγματα και την ιδέα που θέλουμε να έχουμε για τον εαυτό μας.

6. ΝΑ ΜΗΝ ΓΙΝΟΜΑΣΤΕ ΚΥΡΙΑΡΧΟΙ ΚΑΙ ΚΑΤΟΧΟΙ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΠΡΙΝ ΓΙΝΟΥΜΕ ΚΥΡΙΑΡΧΟΙ ΚΑΙ ΚΑΤΟΧΟΙ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ ΜΑΣ. Ο αυτοεξαναγκασμός είναι πρωταρχική προϋπόθεση του δικαιώματος εξαναγκασμού των άλλων. Οφείλουμε επίσης να ανεχόμαστε τους συγχρόνους μας, αφού πρώτα μάθουμε να ανεχόμαστε τον εαυτό μας: «ο ποιοτικός άνθρωπος έχει πρώτα απαιτήσεις από τον εαυτό του, ο κοινός άνθρωπος έχει απαιτήσεις μόνο από τους άλλους» (Κομφούκιος). Η ισχύς πρέπει να βασίζεται επάνω στην υπεροχή και όχι η υπεροχή επάνω στην ισχύ. Εκείνοι που ηγούνται έχουν το δικαίωμα να κατέχουν, όμως εκείνοι που κατέχουν δεν έχουν υποχρεωτικά και το δικαίωμα να ηγούνται. Ο ποιοτικός άνθρωπος στέκεται πέρα από δεσποτισμούς, καθώς δεσπόζει όλων των δεσποτών με μέσα που ειδικά του ανήκουν: «μία νέα ευγένεια είναι αναγκαστικώς αντίθετη σε ό,τι ανήκει στον όχλο ή στον δεσποτισμό» (Νίτσε). Όσο ψηλότερα ανεβαίνει κάποιος, τόσο πιο μόνος πορεύεται, τόσο πιο πολύ πρέπει να υπολογίζει στον εαυτό του. Αυτοί που είναι ψηλά είναι υπεύθυνοι για εκείνους που είναι χαμηλότερα, καθώς πρέπει να ανταποκρίνονται στις προσδοκίες τους. Δεν έχουν κανένα πραγματικό προνόμιο πέραν των βαρών που οι άλλοι μπορούν να τους φορτώσουν στους ώμους, στην αντίθετη περίπτωση όλες οι επαναστάσεις γίνονται δίκαιες. Να ακολουθούμε ελεύθερα εκείνους που είναι ανώτεροί μας, να γινόμαστε υπερήφανοι κάθε φορά που πετυχαίνουμε να βρούμε έναν μπροστάρη (Στέφαν Ζωρζ), αφού το αντάλλαγμα του να ακολουθήσουμε έναν τέτοιο άνθρωπο δεν ανιχνεύεται στην σφαίρα της κυριαρχίας αλλά της αμοιβαίας προστασίας. Το να υπακούμε είναι δικαίωμα, το να κυριαρχούμαστε ή να κυριαρχούμε είναι καθήκον, όχι το αντίθετο. Διακηρύσσουμε το ωραίο καθήκον μας να έχουμε δικαιώματα και το ωραίο δικαίωμά μας να έχουμε καθήκοντα.

7. Ο ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΑΜΕΤΡΗΤΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ. Κάθε ύπαρξη έχει την τραγικότητά της, το ίδιο και κάθε διακήρυξη. Ο Κόσμος δείχνει χαοτικός, ωστόσο μπορούμε εύκολα να του δώσουμε μία μορφή. Κάθε τι που κάνουμε δεν έχει άλλη έννοια από εκείνη που του δίνουμε εμείς. Το μόνο αντάλλαγμα είναι ότι όλα απηχούν σε όλα. Οι μικρές χειρονομίες μας έχουν μία συνέπεια στα πιο απομακρυσμένα σημεία του σύμπαντος. Η ύπαρξη του Κακού δεν μπορεί να ορισθεί θετικά, παρά μόνον ως περιορισμός αυτού που πρέπει να επέλθει, περιορισμός της μορφής που τα όντα δίνουν στον Κόσμο. Ίσως δεν είναι τίποτε περισσότερο από καθαρή και αιώνια αρνητικότητα.

8. ΑΞΙΖΟΥΜΕ Ο,ΤΙΔΗΠΟΤΕ ΜΑΣ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΕ ΑΤΟΜΙΚΟ ΚΑΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ. Από ένα σημείο και ύστερα δεν υπάρχει ούτε τύχη, ούτε σύμπτωση. Οι αντίπαλοί μας δεν έχουν σε τελευταία ανάλυση καμμία άλλη δύναμη πέραν εκείνης που τους παρέχουν οι δικές μας αδυναμίες. Συνεπώς όχι μόνο πρέπει να αποδεχόμαστε, αλλά και να επιθυμούμε εν τέλει αυτό που συμβαίνει. Πρέπει να επιθυμούμε αυτό που συμβαίνει από την στιγμή που θα αποδειχθούμε ανήμποροι να το εμποδίσουμε να συμβεί. Αυτό δεν είναι παραίτηση, αλλά διατήρηση της ελευθερίας μας, είναι το μόνο μέσον ορθής αντιδράσεως όταν καμμία δράση δεν απομένει να αναπτυχθεί. Ο Στωϊκισμός προσφέρει την μόνη δυνατή συμπεριφορά, όταν οι άλλοι δεν αντέχουν πλέον να παραμείνουν στωϊκοί. Πρέπει να πράττουμε έτσι, ώστε εκείνο επάνω στο οποίο δεν μπορούμε να επιδράσουμε να μην μπορεί και αυτό να επιδράσει επάνω σε εμάς (Τζούλιους Έβολα).   

9. Η ΑΡΧΗ ΕΙΝΑΙ Η ΔΡΑΣΗ. Δεν υπάρχουν λόγοι υπάρξεως στα μεγάλα και δυνατά πράγματα, αφού αυτά ούτως ή άλλως πρέπει να υπάρχουν ή να γίνονται (δεν είναι ωστόσο μεγάλο και δυνατό κάθε τι που δεν έχει λόγο υπάρξεως). Σπουδαιότητα έχει η δράση και όχι εκείνος που την αναλαμβάνει. Το ίδιο και η αποστολή και όχι εκείνος που την φέρει εις πέρας. Να σταθούμε ενάντιοι στον ατομισμό, διεκδικώντας μία ενεργητική από-προσώπηση. Εκείνο που πραγματικά πρέπει να πράξει κάποιος δεν εξηγείται με κίνητρα. Η αριστοκρατία σιωπά.

10. Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΤΙΜΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΑ ΜΗΝ ΠΑΡΑΒΑΙΝΟΥΜΕ ΠΟΤΕ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΟΥ ΈΧΟΥΜΕ ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΒΑΛΕΙ ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ. Η εικόνα που δημιουργούμε για τον εαυτό μας, γίνεται αληθινή από την στιγμή που συμμορφωνόμαστε με αυτήν. Από εκεί και ύστερα, το αν πρόκειται για μία «εικόνα» ή για μία «πραγματικότητα» έχει πολύ μικρή σημασία. Οι δύο όροι συμπίπτουν. Η ιδέα που λαμβάνει σάρκα, αποτελεί ούτως ή άλλως την πραγματική ενσάρκωση του Λόγου. Κάθε υποχρέωση υποχρεώνει, καμμία περίσταση δεν αποδεσμεύει. Ο καλύτερος τρόπος για να μην ντρεπόμαστε για τους άλλους, είναι να μπορούμε να αισθανόμαστε υπερήφανοι για τον εαυτό μας.

11. Ο ΤΡΟΠΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΤΕ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Η ωραία πράξη είναι πάντοτε πιο σημαντική από το δόγμα. Το ωραίο δεν είναι ποτέ κακό. Καλύτερα να πράξουμε πολύ καλά πράγματα που είναι μέτρια, παρά να πράξουμε με άσχημο τρόπο πράγματα υπέροχα. Ο Τρόπος με τον οποίο πράττουμε τα πράγματα αξίζει περισσότερο από τα ίδια τα πράγματα. Ο Τρόπος επίσης που ζούμε τις ιδέες μας, αξίζει περισσότερο από αυτές τις ίδιες. Ο Τρόπος που ζούμε την ζωή μας, αξίζει περισσότερο από εμάς που ζούμε, και πολλές φορές περισσότερο και από αυτή την ίδια την ζωή. «Όταν κάποιος έχει περισσότερο απλότητα παρά τρόπο είναι αγροίκος. Όταν έχει περισσότερο τρόπο παρά απλότητα είναι γελοίος. Ο ποιοτικός άνθρωπος έχει εξίσου απλότητα και τρόπο» (Κομφούκιος).      

12. ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΤΟΥ ΝΙΤΣΕ «ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΗΣ;». Την απάντηση που έδωσε ο ίδιος, ότι «είναι εκείνος που αναζητεί τις καταστάσεις που επιβάλλουν σαφείς συμπεριφορές. Εκείνος που εγκαταλείπει την «ευτυχία» στις μάζες, μία «ευτυχία» που περιορίζεται σε ψυχική ηρεμία, βολή, άνεση και αγγλοσαξονική εμπορευματοκρατία. Είναι εκείνος που αναζητεί ενστικτωδώς τις βαρύτερες ευθύνες, εκείνος που ξέρει να κάνει παντού εχθρούς, εν ανάγκη να κάνει εχθρό ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό».

13. ΝΑ ΤΟΠΟΘΕΤΟΎΜΕ ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ ΜΑΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΘΗ ΜΑΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΜΑΣ. Το να κάνουμε υποτίθεται «καλές πράξεις» για να κερδίσουμε την ατομική «σωτηρία» μας, να πάμε στον παράδεισο, κ.ο.κ., δεν είναι παρά χυδαία εξυπηρέτηση ενός προσωπικού συμφέροντός μας. Πρέπει να πράττουμε εκείνο που είναι ανάγκη να πραχθεί, όχι εκείνο που μας αρέσει. Το τελευταίο απαιτεί ωστόσο μία εκγύμναση, ο άνθρωπος έχει ανάγκη από κανονισμούς για να «κτισθεί», καθώς από την φύση του είναι άμετρα εύπλαστος. Να βλέπουμε την δράση ως εξυπηρέτηση και το καθήκον ως προορισμό.

14. ΝΑ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΟΥΜΕ ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΩΣ ΝΑ ΕΠΑΝΑΦΕΡΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΡΜΟΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΣΥΜΠΤΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΡΧΩΝ. Να πράττουμε πάντοτε σύμφωνα με τα λόγια μας. Όταν τα λόγια μας υπερβαίνουν τις πράξεις μας δεν είμαστε περισσότερο κυρίαρχοι του εαυτού μας από όταν οι πράξεις μας υπερβαίνουν τα λόγια μας. Το να είμαστε ειλικρινείς δεν είναι το να λέμε την αλήθεια, αλλά το να προσχωρούμε ολοκληρωτικά και χωρίς υστεροβουλίες σε ό,τι επιχειρούμε.

15. ΝΑ ΜΗΝ ΜΕΤΑΝΟΟΎΜΕ, ΑΛΛΑ ΝΑ ΜΑΘΟΥΜΕ ΝΑ ΕΞΑΓΟΥΜΕ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ. Να εξαντλούμε κάθε δυνατότητά μας για να αποφύγουμε να πράξουμε το κακό, εάν όμως το πράξουμε να μην επιζητούμε δικαιολογίες. Οι δικαιολογίες που δίνουμε στον εαυτό μας δεν είναι παρά υπεκφυγές. Η μετάνοια δεν αποβλέπει στην απόσβεση του λάθους, αλλά στην ανάπαυση μιας ένοχης συνειδήσεως. Πρέπει να ανταποδίδουμε το καλό στο καλό και την δικαιοσύνη στο κακό (εάν ανταποδίδαμε το καλό στο κακό, τότε τι θα άρμοζε να αποδώσουμε στο καλό, και, τέλος, τι αξία θα είχε κάτι τέτοιο;).   

16. ΝΑ ΜΗΝ ΣΥΓΧΩΡΟΥΜΕ ΤΙΠΟΤΕ, ΑΛΛΆ ΝΑ ΑΦΗΝΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΛΗΘΗ ΑΡΚΕΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ. ΝΑ ΜΗΝ ΜΙΣΟΥΜΕ ΠΟΤΕ, ΑΛΛΆ ΝΑ ΠΕΡΙΦΡΟΝΟΥΜΕ ΑΡΚΕΤΑ ΣΥΧΝΑ. Τα συναισθήματα των χυδαίων είναι μίσος, μνησικακία, ευερεθιστικότητα, ματαιοδοξία, τσιγκουνιά. Το μίσος είναι το ακριβώς αντίθετο της περιφρονήσεως, η μνησικακία της λησμοσύνης, η ευερεθιστικότητα της αυτοπεποιθήσεως, η ματαιοδοξία της αξιοπρέπειας, η τσιγκουνιά της χαριστικότητος. Από όλα αυτά τα χυδαία συναισθήματα, το πιο αξιοπεριφρόνητο είναι η μνησικακία. Ο Νίτσε έχει πει: «βρισκόμαστε στο κατώφλι των καιρών του αξιοπεριφρόνητου ανθρώπου, εκείνου που δεν είναι ικανός ούτε τον εαυτό του να περιφρονήσει».

17. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΓΓΕΙΛΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΝΤΊΛΗΨΗ ΤΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΟΦΕΛΕΙΑΣ ΌΛΩΝ. Στον  άνθρωπο ισχύει ό,τι και με τους στρατούς που είναι ήδη αποτυχημένοι άπαξ και για να πολεμήσουν έχουν ανάγκη να γνωρίζουν γιατί ακριβώς πολεμούν. Υπάρχει βεβαίως και ένα χαμηλότερο επίπεδο, όταν ένας στρατός πρέπει να πεισθεί ότι η αιτία που πολεμάει είναι σωστή. Ένα ακόμη χαμηλότερο είναι το να πολεμάει μόνο όταν είναι σίγουρος πως θα νικήσει. Όταν πρέπει να επιχειρήσουμε κάτι, δεν χρειάζεται να νοιαζόμαστε, παρά μόνον δευτερευόντως, για το εάν αυτό που επιχειρούμε μπορεί ή όχι να πετύχει. Όμως δεν αρκεί να επιχειρούμε ακόμα και όταν δεν είμαστε βέβαιοι για την επιτυχία, χρειάζεται να επιχειρούμε ακόμα και όταν είμαστε βέβαιοι για την αποτυχία. Γιατί η ανώτατη τιμή είναι να μένουμε πιστοί στους κανόνες που θέσαμε στον εαυτό μας, ακόμα και αν είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι μας περιμένει η αποτυχία. Το να επιθυμήσουμε να μιμηθούμε τον αντίπαλο με την δικαιολογία ότι αυτός έχει τον τρόπο να επιτυγχάνει ισοδυναμεί με το να καταντούμε εμείς οι ίδιοι εχθροί του εαυτού μας, μην διαφέροντας σε τίποτε από τον κανονικό εχθρό. Η χαμέρπεια αναδύεται από την στιγμή που πριν από μία πράξη θ’ αρχίσουμε να αναρωτιόμαστε περί «χρησιμοτήτων», περί «ωφελειών» και περί «των λόγων που μας υποχρεώνουν» σε αυτή την πράξη. Ένας από τους μεγαλύτερους παραλογισμούς είναι το να προσπαθούμε να διατηρήσουμε κάτι που θα χάσουμε οπωσδήποτε, το να καταλήξουμε απολογητές των ζωντανών σκύλων και των νεκρών λεόντων.

18. Η ΑΡΕΤΗ, ΟΠΩΣ ΚΑΙ Η ΔΙΑΣΤΡΟΦΗ, ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΊ ΠΑΡΑ ΝΑ ΕΊΝΑΙ Η ΠΡΟΙΚΑ ΜΙΑΣ ΜΙΚΡΗΣ ΕΠΙΛΕΚΤΗΣ ΟΜΑΔΟΣ. Και στις δύο περιπτώσεις απαιτείται η ίδια ποσότητα αυτοκυριαρχίας και κινητήρια δύναμη είναι η καθαρή θέληση, όχι μία κάποια α ή β «ηθική». Η ελευθερία της πράξεως συμβαδίζει πάντοτε με την ελευθερία απέναντι σε κάτι. Πρέπει να επιθυμούμε πράγματα για τα οποία αισθανόμαστε τους εαυτούς μας ικανούς και να τα αποποιηθούν: «Μας επιτρέπεται να πράξουμε κάτι στο μέτρο που μπορούμε επίσης να μην το πράξουμε… μας επιτρέπεται να επιθυμούμε κάτι  – και να το αποκτήσουμε- στο μέτρο που είμαστε ικανοί να τα αποχωρισθούμε» (Έβολα).

19. ΝΑ ΜΗΝ ΕΠΙΔΙΩΚΟΥΜΕ ΝΑ ΠΕΙΣΟΥΜΕ ΑΛΛΑ ΝΑ ΑΦΥΠΝΙΣΟΥΜΕ. Η ζωή βρίσκει νόημα σε πράγματα που είναι μεγαλύτερα από αυτήν αλλά όχι πέρα από αυτήν. Αυτά που είναι μεγαλύτερα από την ζωή δεν εκφράζονται με λέξεις, ωστόσο γίνονται μερικές φορές αισθητά. Πρέπει να δίνουμε προβάδισμα στην ψυχή απέναντι στο πνεύμα, στην ζωή απέναντι στην σκέψη, στην εικόνα απέναντι στην αντίληψη.

20. ΝΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΜΕ ΤΟΝ ΛΥΡΙΣΜΟ. Ο λυρισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ηθικός «κανόνας», υπό τον όρο να έχει τεθεί ως βασική σχέση της υπάρξεως, όχι ως η σχέση του ανθρώπου προς τον άνθρωπο, αλλά ως η σχέση του ανθρώπου προς το Σύμπαν (αφού ο μόνος τρόπος για να φθάσει κανείς στους ανώτερους Κόσμους είναι να κτίζεται σε αναλογία προς αυτούς). Οι μεγάλοι ηγέτες είναι εκείνοι που χάρη σε αυτούς οι άνθρωποι μπορούν να σκέπτονται λυρικά για τους εαυτούς τους.

21. ΝΑ ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΟΜΑΣΤΕ ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΩΣ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΜΕΤΑΤΡΕΠΕΙ ΣΕ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΑ ΚΑΙ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ ΔΥΝΑΜΙΚΑ ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΛΛΟΝΤΑ. Το να δεχόμαστε το παρόν με την ενθουσιώδη ανάταση της στιγμής είναι το να μπορούμε να απολαμβάνουμε συγχρόνως όλες τις στιγμές του. Παρελθόν, παρόν και μέλλον είναι 3 προοπτικές τι ίδιο επίκαιρες, είναι τα παντοτινά δεδομένα της ιστορικής πορείας. Είναι όλα όσα παρουσιάζουν τα όσα ήδη έχουν συμβεί, κατά τον ίδιο τρόπο με εκείνα που πρόκειται να ξανασυμβούν. 

22. ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΒΑΛΟΥΜΕ ΚΑΤΙ ΣΠΟΥΔΑΙΟ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ. Και αυτό ακόμα και αν η εποχή ή η εκάστοτε κοινωνία προσπαθούν να μας εμποδίσουν. Συνήθως μία κοινωνία παραφρονεί μέσα από δύο τρόπους: είτε με το να απαιτεί πάρα πολλά, είτε με το να μην προτείνει τίποτε. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τους ανθρώπους.

23. ΝΑ ΑΓΑΠΑΜΕ ΤΗΝ ΜΟΝΑΔΙΚΟΤΗΤΑ. Να αντέχουμε να ανήκουμε στην παράταξη του πολικού αστέρος, του άστρου που μένει στην θέση του στον ουράνιο θόλο ενώ όλα τα υπόλοιπα διαρκώς περιστρέφονται. Στο κέντρο κάθε κινήσεως υπάρχει ηρεμία (Γιούνκερ), όπως στον άξονα του τροχού. Να καλλιεργούμε μέσα μας εκείνο που οι ποιοτικοί άνθρωποι ξέρουν να διατηρούν αμετακίνητο μέσα σε όλες τις καταστάσεις: το «παιγνίδι» του Κομφούκιου, το «πουρούσα» των Ινδών, την «humanitas» των Ρωμαίων, δηλαδή τον εσωτερικό πυρήνα του ανθρωπίνου όντος.

24. Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΕΥΛΑΒΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΕΚΕΙΝΗ ΤΟΥ ΑΠΟΓΟΝΟΥ, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΕΙ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΠΡΟΓΟΝΟΥΣ, ΤΗΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΘΝΟΣ ΣΤΟ ΟΠΟΙΟ ΑΝΗΚΕΙ. Ο Ιησούς, ισχυριζόμενος ότι ο Ιωσήφ δεν ήταν πραγματικός πατέρας του, αλλά ότι ο ίδιος ήταν υιός τού ενός μοναδικού Θεού, ένας αδελφός των πάντων, εγκαινιάζει την διαδικασία απαρνήσεως των πατρίων. Για εμάς όμως, οι εξαφανισμένοι πρόγονοί μας δεν είναι ούτε πνευματικά νεκροί, ούτε περασμένοι οριστικά σε έναν άλλο κόσμο. Στέκουν δίπλα μας, ως ένα αόρατο αλλά θροϊζον πλήθος. Μας περιτριγυρίζουν όσο εμείς οι απόγονοί τους είμαστε άξιοι να τιμούμε την μνήμη τους. Αυτή είναι η αντίληψη που γέννησε στα αρχαία χρόνια την λατρεία των προγόνων, αλλά και το αυτονόητο καθήκον να τιμάται το όνομά τους.

25. ΟΛΟΙ ΟΙ ΠΟΙΟΤΙΚΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΙΝΑΙ ΑΔΕΛΦΙΑ. Αδέλφια ανεξαρτήτως φυλής, χώρου και χρόνου.

Κείμενο που γράφτηκε τον Ιούλιο του 1977 από τον Γάλλο Φιλόσοφο της Νέας Δεξιάς και εθνικιστή Αλαίν ντε Μπενουά Alain de Benoist (1943)

Να διδάσκεις και να προσφέρεις στους Ελληνιστές αυτές τις [χριστιανικές] λειτουργίες

Ιουλιανός 

[Ἀριστόξενῳ φιλοσόφῳ] Ἔντυχε οὖν ἡμῖν περὶ τὰ Τύανα πρὸς Διός Φιλίου, καὶ δεῖξον ἡμῖν ἄνδρα ἐν Καππαδόκαις καθαρῶς Ἕλληνα. [Ἀρσακίῶ ἀρχιερεῖ Γαλατίας] Ὁ Ἑλληνισμός οὔπω πράττει κατὰ λόγον ἡμῶν ἕνεκα τῶν μετιόντων αὐτὸν. […] οὐδὲ ἀποβλέπομεν, ὡς μάλιστα τὴν «αθεότητα» (χριστιανισμό) συνηύξησεν ἡ περὶ τοὺς ξένους φιλανθρωπία και ἡ περὶ τᾶς ταφὰς τῶν νεκρῶν προμήθεια καὶ ἡ πεπλασμένη σεμνότης (πλαστή σεμνότης ~ ψευτοσεμνότητα) κατὰ τὸν βίον. Ὧν ἕκαστον οἴομαι χρῆναι παρ΄ἡμῶν ἀληθῶς ἐπιτηδεύεσθαι. […] Αἰσχρὸν γὰρ, εἰ τῶν μὲν Ἰουδαίων οὐδεῖς μεταιτεῖ, τρέφουσι δὲ οἱ δυσσεβεῖς Γαλιλαῖοι, πρὸς τοῖς ἑαυτῶν καὶ τοὺς ἡμετέρους, οἱ δὲ ἡμέτεροι τῆς παρ΄ἡμῶν ἐπικουρίας ἐνδεεῖς φαίνονται. Δίδασκε δὲ καὶ συνεισφέρειν τοὺς Ἑλληνιστὰς εἰς τὰς τοιάυτας λειτουργίας […] καὶ τοὺς Ἑλληνικούς ταῖς τοιάυταις εὐποιίαις προσέθιζε, διδάσκων αὐτοὺς ὡς τοῦτο πάλαι ἦν ἡμέτερον ἔργον. 

 Μετάφραση: 

ούτε βλέπουμε πόσο πολύ βοήθησε στην διάδοση (συνηύξησεν) της «αθεότητας» (Χριστιανισμού) η φιλανθρωπία προς τους ξένους και η προμήθεια για τις ταφές των νεκρών και η ψευτοσεμνότητα του βίου. Καθένα από αυτά πιστεύω πως πρέπει να το οικειοποιηθούμε πραγματικά στην συμπεριφορά μας. […] Γιατί είναι αισχρό, από τη μια, να μην ζητιανεύει κανένας από τους Ιουδαίους και οι δυσσεβείς «Γαλιλαίοι» (Χριστιανοί) να τρέφουν τόσο τους δικούς τους όσο και τους δικούς μας και, από την άλλη, οι δικοί μας να φαίνονται «ενδεείς» (~ «κακόμοιροι ζήτουλες») που έχουν ανάγκη της βοήθειάς μας. Να διδάσκεις και να προσφέρεις στους Ελληνιστές αυτές τις [χριστιανικές] λειτουργίες […] και να προσεθίζεις τους Ελληνικούς πληθυσμούς σε αυτές τις [χριστιανικές] ευποιίες, διδάσκοντάς τους ότι πρόκειται για παραδοσιακές δικές μας (πολυθεϊστικές) πρακτικές. 



Ορφικά μυστήρια: Οι ελληνικές ρίζες του Χριστιανισμού


Ορφικά μυστήρια: Οι ελληνικές ρίζες του Χριστιανισμού 

[Αυτή η τοποθέτηση συμβόλιζε τη διονυσιακή αλλά και την απολλώνια φύση του Ορφέα. Ακόμα και αν ήταν ένα απολύτως μυθολογικό πρόσωπο το οποίο δημιούργησαν οι οπαδοί της ορφικής λατρείας, σε αυτόν ενώθηκαν τα δύο σημαντικότερα βιώματα του αρχαίου Έλληνα, το διονυσιακό και το απολλώνιο, η έκσταση και το μέτρο. Και οι δύο θεοί τον «επέλεξαν» ταυτόχρονα για ιεροφάντη των μυστηρίων τους και «συναντήθηκαν» στο πρόσωπο του τα βαθύτερα ένστικτα του Έλληνα που εκείνοι συμβόλιζαν. Η ένωση αυτών των βαθύτερων ενστίκτων του ανθρώπου αντανακλά την αρχετυπική μορφή του Έλληνα. Ο ίδιος ο Ορφέας, όπως περιγράφεται στον μύθο, προσπαθώντας να αναμορφώσει την παλιά θρησκεία του Διονύσου έφερε μαζί του μια νέα και όσο γοήτευσε τους οπαδούς του άλλο τόσο έκανε να τον μισήσουν οι εχθροί του. Το πάθος τους εναντίον του ήταν τόσο που δεν μπόρεσε να κατασιγασθεί παρά μόνο με τον θάνατο και το διαμελισμό σώματός του. Κατά συνέπειαν άσχετα με το ποιος ήταν στην πραγματικότητα και με το πόση αλήθεια κρύβει ο μύθος του, ο Ορφέας πέρασε στην ιστορία ως μια πρώιμη θρησκευτική μορφή η οποία ανυψώθηκε στη σφαίρα του μύθου. Γίνεται ο ίδιος θυσία προκειμένου να συμφιλιωθούν οι δύο υπερφυσικοί αντίπαλοι, Διόνυσος και Απόλλων και η θυσία του φέρνει την καταλαγή και τη συμφιλίωση των δύο αντιθέτων ρευμάτων.]

Ορφικά μυστήρια: Οι ελληνικές ρίζες του Χριστιανισμο

του Κωνσταντίνου Τσοπάνη
Δρ Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Θρησκευμάτων

Ο Ορφισμός υπήρξε η τελευταία αναλαμπή και έκφραση της αρχαίας ελληνικής θρησκείας. Κατόρθωσε σε μεγάλο βαθμό να μετουσιώσει και να αναμορφώσει τη διονυσιακή λατρεία από την οποία καταγόταν και εν τέλει να κληροδοτήσει αρκετές από τις δοξασίες του όπως και αυτούσια εικονιστικά του θέματα στον νεαρό τότε Χριστιανισμό αποτελώντας, κατά κάποιον τρόπο, το ελληνικό υπόβαθρο της νέας πίστης. Φυσικά στη μεταβίβαση από την μια πίστη στην άλλη οι μορφές άλλαξαν συμβολισμούς, όπως ο Ορφέας με την λύρα που έγινε ο «Καλός Ποιμήν» των κατακομβών, αλλά τα πρωταρχικά σύμβολα έμειναν τα ίδια υπηρετώντας την ανθρώπινη ανάγκη για αναζήτηση της μέθεξης με το μεταφυσικό.

Ο Ορφέας ανάγει την παρουσία του στις αρχές ακόμα της Ιστορίας και φέρεται ως βασιλιάς των θρακικών φύλων. Είναι μια από τις πιο αινιγματικές προσωπικότητες της αρχαίας Ελλάδας η οποία μετεωρίζεται μεταξύ των θεών και των ημιθέων αλλά και μεταξύ του κόσμου των νεκρών και εκείνου των ζωντανών. Στην παγκόσμια ιστορία έμεινε γνωστός ως μουσικός, μάντης και ιερέας των μυστηρίων του Διονύσου. Επίσης φέρεται να έλαβε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία όπου με τη λύρα του και τη μουσική του ενθάρρυνε τους Αργοναύτες στο μακρύ και δύσκολο ταξίδι τους. Ο θρύλος έντυσε το πρόσωπο του με μια πολύ σαγηνευτική ιστορία. Μετά το τέλος της Αργοναυτικής εκστρατείας φέρεται ότι γνώρισε και ερωτεύθηκε την ωραία Ευρυδίκη την οποία και παντρεύτηκε. Ήταν τρελά ερωτευμένος μαζί της αλλά η ευτυχία του δεν κράτησε για πολύ, αφού η Ευρυδίκη πέθανε νωρίς από δάγκωμα φιδιού. Ο Ορφέας μετά τον άδικο και πρόωρο χαμό της Ευρυδίκης δεν υποτάχθηκε στη μοίρα του αλλά κατέβηκε στον Άδη να την ζητήσει πίσω από τον βασιλιά του κάτω κόσμου. Δεν ήταν ο πρώτος στον αρχαίο ελληνικό κόσμο που είχε κάνει αυτό το ταξίδι, αφού εκεί κάτω είχε πάει και ο Θησέας και ο Ιάσονας.

Τέμενος


"Τέμενος χώρος μέσα στον οποίο λατρεύεται μια θεότητα Το τέμενος, <τέμνω,τέμενος,[1][2] είναι οριοθετημένος (τεχνητά ή όχι) χώρος μέσα στο οποίο λατρευόταν μια θεότητα ή συνηθέστερα ένας ήρωας στην αρχαία Ελλάδα. Ήταν συνήθως αλσύλλια που περιέκλειαν βωμούς ή και άλλες πρόχειρες, τυχαία τοποθετημένες κατασκευές για την τέλεση ιεροπραξιών. Αποτελούν ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά της αρχαίας θρησκείας,[3] ιδίως στις απαρχές της, καθώς και μέσα από την οριοθέτηση και καθιέρωση του χώρου προήλθαν τα ιερά. Ο όρος δεν έχει αντίστοιχό του στις λατινογενείς γλώσσες, γεγονός που καταδεικνύει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της έννοιας. " 

 Πηγή βικιπαίδεια

Γλυκό μου βρέφος, Διόνυσέ μου και Χριστέ μου


«Γλυκό μου βρέφος, Διόνυσέ μου και Χριστέ μου [...] Ολονυχτίς θε να ορχηθούμε γύραθέ Σου, / κι όσο κι αν είναι η νύχτα τούτη να κρατήσει / εμείς θα ορχιούμαστε ώς στην ώρα, που τα σκιάχτρα / του σκοταδιού θα 'χουνε φύγει, κι η φωνή Σου, / φωνή «μεθύοντος ισχυρού», θε να καλέσει / στη ζέστα του ήλιου ξαφνικά τους πεθαμένους, / ενώ αποπάνω από την κούνια Σου θα γέρνει / η σκιά της μιας Σου παντοδύναμης Αμπέλου, / γλυκό μας βρέφος, Διόνυσέ μας και Χριστέ μας!»

Ο Άγγελος Σικελιανός (Λευκάδα, 14 Μαρτίου 1884[1] – Αθήνα, 19 Ιουνίου 1951) 


O Δίας, ο μέγας ηγεμών του ουρανού


"O Δίας, ο μέγας ηγεμών του ουρανού, πρώτος πορεύεται με πτερωτό άρμα θέτοντας εν αρμονία και φροντίζοντας τα πάντα. Τον ακολουθεί μια στρατιά θεών και δαιμόνων που είναι διαρθρωμένη σε έντεκα μέρη , διότι μόνο η Εστία παραμένει στον οίκο των θεών" 
 ~Σωκράτης, [Πλάτωνος 'Φαίδρος', 246e] 

 Γιατί νομίζουμε ότι λένε κάτι διαφορετικό; Η αληθινή σύγκρουση είναι η Τιτανομαχία! Μεταξύ Ζηνός και τιτάνα Κρόνου (Sat-urno) Χριστού και εκπεσόντος αγγέλου (τιτάνα) Σατ-ανά! Όχι μεταξύ Χριστού και Διός. Ο χριστιανισμός είναι εκλαϊκευμένος Νεοπλατωνισμός που υπέστη σφετερισμό από τον "θεό" του Σαββάτου...