Σελίδες

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων


Αναρχικοί και ριζοσπάστες κατά της οθωμανικής κυριαρχίας και για την ελληνική ανεξαρτησία





Αναρχικοί – ριζοσπάστες στον αγώνα κατά της οθωμανικής κυριαρχίας και για την ελληνική ανεξαρτησία

ΡΗΞΗ τεύχος 74

Στο παρελθόν υπήρξαν αναρχικοί και ριζοσπάστες γενικότερα , που θεώρησαν ότι ο αγώνας για την απελευθέρωση ενός καταπιεζόμενου έθνους , όχι μόνο δεν αντιφάσκει με τις αρχές τους , αλλά αποτελεί αναπόσπαστο μέρος τους.
Ο Σταύρος Καλλέργης ένας από τους πρώτους Έλληνες σοσιαλιστές επαναστάτες , με ενεργό δράση στο εργατικό κίνημα ,εκδότης περιοδικών όπως «ο Σοσιαλιστής » και «Οδηγός παντός ανθρώπου » ( όπου δημοσίευσε και κείμενα του Μπακούνιν ), οργανωτής του πρώτου εορτασμού της Πρωτομαγιάς , εγκαταλείπει το 1898 την Αθήνα και επιστρέφει στην ιδιαίτερη πατρίδα του , την Κρήτη. Εκεί θα συμμετάσχει στην επανάσταση κατά των Τούρκων και θα εκλεγεί μάλιστα αντιπρόσωπος του επαναστατημένου έθνους. Όπως γράφει στο αυτοβιογραφικό του κείμενο με τον τίτλο «Επιστολή προς τους Έλληνας Σοσιαλιστάς »: «Μετά την έκρηξιν της Κρητικής Επαναστάσεως επανήλθον εν Κρήτη .Έφθασα εις το Χουμέρι Μυλοποτάμου και εξελέγην αντιπρόσωπος εις την Κρητικήν επαναστατικήν συνέλευσιν. Εκεί διοργανώσαμεν μετά τινών ιταλών σοσιαλιστών , ελθόντων εις βοήθειάν μας , μιαν σοσιαλιστικήν ομάδα. »
Επίσης σε έκθεση του Αναρχικού Συνδέσμου της Αθήνας προς το Διεθνές Επαναστατικό Συνέδριο , που έγινε στο Παρίσι το 1900 , μεταξύ των άλλων αναφέρεται στην δράση του Γάλλου οπαδού του Μπλανκί, Φλουράνς ,για την απελευθέρωση της Κρήτης , από τους Τούρκους : «Στην Αθήνα διατηρούμε ακόμα θερμή την ανάμνηση της εδώ διαμονής στα 1868 του αγαπημένου μας Γουσταύου Φλουράνς. Μαζί με τον σύντροφο Αμιλκάρε Τσιπριάνι ήταν μες στους γαριβαλδινούς εθελοντές , που ήλθαν να πολεμήσουν στην πρώτη γραμμή των επαναστατημένων δυνάμεων του Κρητικού λαού ενάντια στην τουρκική καταπίεση .Κατά την δεύτερη στην χώρα μας παραμονή του ο Φλουράνς εκδίδει το περιοδικό «L’independant».Την ίδια εποχή σε μια ομιλία του στην συνάθροιση της ελληνικής νεολαίας μπρος στο Πανεπιστήμιο δημιούργησε τέτοιον ενθουσιασμό στο πλήθος , ώστε ξέσπασε μια εξέγερση , την οποία με δυσκολία κατάστειλε το ιππικό , που αναγκάστηκε να αποστείλει η κυβέρνηση. »
Όπως διαβάζουμε στην ιστοσελίδα www.apatris.gr «Η μόνη συνιστώσα της ευρωπαϊκής αριστεράς (με την ευρεία έννοια της λέξης…) που τάχθηκε εξαρχής με το μέρος των Κρητών ήταν οι αναρχικοί. Ο λόγος ήταν ότι, σύμφωνα με τη δική τους αντίληψη, κάθε εξέγερση των καταπιεσμένων ανθρώπων ενάντια στο ζυγό τους ήταν καταρχήν γεγονός θετικό και άξιο υποστήριξης.».Η υποστήριξη τους δεν περιορίστηκε σε θεωρητικό επίπεδο αλλά «ήταν σε θέση να οργανώνουν επιτροπή οικονομικής ενίσχυσης του κρητικού αγώνα, να κινούν καμπάνιες πίεσης και προώθησης των αιτημάτων του κι ακόμα να στέλνουν εθελοντές να αγωνιστούν στο πλευρό των Κρητών, στη βάση της έμπρακτης αλληλεγγύης.».Είναι ενδιαφέρον να τονιστεί η επανάσταση ότι η κρητική επανάσταση του 1866 ξεκινά από την αντίθεση των Τούρκων στην διανομή των μισών εσόδων των μοναστηριών για την ενίσχυση των ελληνικών σχολίων. Στην ίδια ιστοσελίδα διαβάζουμε ότι στο συλλαλητήριο που οργάνωσε ο Φλουράνς στην Αθήνα για την Ένωση με την Κρήτη αντιτάχθηκε η μοναρχία διότι δεν «δεν συμμεριζόταν τους πόθους των επαναστατών για ένωση, μη θέλοντας να μπλεχτεί ξανά, μετά το 1821, σε πόλεμο με την οθωμανική αυτοκρατορία».Όμως στην συνέχεια ο «Φλουράνς, που μόλις αφέθηκε ελεύθερος, κατέβηκε στην Κρήτη κι εντάχθηκε αμέσως στους κύκλους των επαναστατών, τους οποίους ήδη είχαν συνδράμει κι άλλοι ευρωπαίοι σοσιαλιστές και αναρχικοί από διάφορες χώρες, μαζί με 100 περίπου Πατρινούς εθελοντές. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες, έγινε γνωστός και κέρδισε την εκτίμηση των ντόπιων, οπότε του δόθηκε ο βαθμός του λοχαγού και το καλοκαίρι του 1868 η Κρητική Εθνοσυνέλευση του χορήγησε τιμητική ιθαγένεια και τον όρισε πρέσβη της απέναντι στο βασίλειο της Ελλάδας. Με τηλεγραφήματά του, ο Φλουράνς ζήτησε από τη γαλλική κυβέρνηση την προάσπιση των δικαίων των Κρητικών κι έφυγε για την Αθήνα προκειμένου να συναντήσει το μονάρχη Γεώργιο τον Α’. Εκείνος όμως όχι μόνο δεν τον δέχτηκε αλλά διέταξε και τη σύλληψή του. Μετά από πολλές (δια)δηλώσεις συμπαράστασης προς το πρόσωπό του από δημοκράτες και ριζοσπάστες, όπως ο βουλευτής Ρόκκος Χοϊδάς, αφέθηκε ελεύθερος, μετά από λίγο όμως συνελήφθη ξανά και μετά από αίτημα του Γάλλου πρέσβη απελάθηκε στη Μασσαλία.
Στη Γαλλία ο Φλουράνς συνέχισε ασυμβίβαστος τον αγώνα του υπέρ των προλετάριων και γενικότερα των καταπιεσμένων, με αποκορύφωμα την ενεργό συμμετοχή του στην περίφημη Κομμούνα του Παρισιού (Μάρτιος – Μάιος 1871). Σ‘ αυτήν εξελέγη από το λαό μέλος της «Επαναστατικής Επιτροπής» και τοποθετήθηκε στρατηγός. Σκοτώθηκε σε μια μάχη ενάντια στην πιστή στις Βερσαλλίες χωροφυλακή, στις 3 Απριλίου του 1871, σε ηλικία 33 ετών.»
Κείμενα του Φλοράνς , μετάφρασε ο Επτανήσιος Ριζοσπάστης Π.Πανάς, ένας από τους οραματιστές της Βαλκανικής συνεργασίας.
Στον ατυχή για την Ελλάδα πόλεμο του 1897 στο πλευρό του ελληνικού λαού , που αγωνιζόταν για την απελευθέρωση από τον Οθωμανό δυνάστη , πολέμησαν αναρχικοί και ριζοσπάστες : «Υπολογίζεται ότι ο αριθμός τους έφτασε τους 1000-1500 εθελοντές, που πήραν μέρος στις μάχες της Θεσσαλίας (Δομοκός) και της Ηπείρου, ενταγμένοι στον ελληνικό στρατό υπό μορφή τριών σωμάτων: ένα οι πολυπληθέστεροι Γκαριμπαλντινοί, ένα η «Φάλαγγα των Φιλελλήνων» που αποτελούνταν από τη λεγεώνα των μαυροντυμένων αναρχικών του Αμιλκάρε Τσιπριάνι κι ένα με συμμετοχή αναρχικών και σοσιαλιστών υπό τον συνταγματάρχη Μπερτέ.»
Συνεπώς σε αντίθεση με διάφορες σύγχρονες ιδεοληψίες που αντιπαραθέτουν τους κοινωνικούς , στους εθνικούς αγώνες οι αναρχικοί στους οποίους αναφερθήκαμε δεν δίστασαν ούτε στιγμή και κατανόησαν τους αγώνες εθνικής απελευθέρωσης ως προέκταση των κοινωνικών αγώνων και των αγώνων για την απελευθέρωση του ανθρώπου. Γι΄αυτό πολλοί από αυτούς ,που αγωνίστηκαν στο πλευρό των Ελλήνων , κατά της οθωμανικής σκλαβιάς , πέθαναν κατόπιν στα οδοφράγματα της Κομμούνας του Παρισιού.

http://koutroulis-spyros.blogspot.com/2011/05/blog-post_6452.html

Η ανάπτυξη της εθνικής ελληνικής ιδέας


Νίκος Σβορώνος


*Απόσπασμα από το βιβλίο του Νίκου Σβορώνου, Το Ελληνικό έθνος, γένεση και διαμόρφωση του νέου ελληνισμού που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις “Πόλις” με πρόλογο Σπύρου Ασδραχά.

Η νέα τούτη πορεία του Ελληνισμού αρχίζει να διαγράφεται καθαρά από το τέλος του 11ου και τις αρχές του 12ου αιώνα, για να διαρκέσει, περνώντας από διάφορα στάδια, ως τις αρχές του 19ου αιώνα. Είναι η περίοδος που ένας παλαιός λαός, με την προοδευτική του διαμόρφωση σε ένα συντελεσμένο έθνος, ανανεώνεται και αποτελεί μια καινούργια ιστορική οντότητα, τον Νέο Ελληνισμό, δηλαδή το Ελληνικό έθνος.
Οι ιστορικοί παράγοντες, εσωτερικοί και εξωτερικοί, που θα προκαλέσουν το αδυνάτισμα και την πτώση της συγκεντρωτικής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, έχουν βαθιές τις ρίζες, εκδηλώνονται όμως με ιδιαίτερη δύναμη από το τέλος του 11ου αιώνα και προκαλούν την πρώτη βαθιά κρίση, που η Αυτοκρατορία δεν θα καταφέρει να ξεπεράσει τελικά. Η αριστοκρατία των μεγάλων γαιοκτημόνων στο τέλος του 11ου αιώνα έχει κερδίσει την οριστική της μάχη, και με τις συγκεντρωτικές της τάσεις απειλεί την ενότητα του κράτους. Οι εξωτερικοί εχθροί στα Βαλκάνια, την Ανατολή και στη Δύση, επωφελούμενοι από την εσωτερική κρίση, επιτίθενται από παντού. Ένα μεγάλο μέρος της Μικράς Ασίας χάνεται, ύστερα από την ήττα του Ματζικέρτ (1071), για την Αυτοκρατορία και πέφτει στα χέρια των Σελτζούκων Τούρκων, που ιδρύουν το μεγάλο τουρκικό κράτος στη Μικρά Ασία. Η σύγκρουση με τον Δυτικό κόσμο, σύγκρουση οικονομική, ιδεολογική και πολιτική, οξύνεται και γίνεται οριστική.

Η εχθρότητα που είχε προκαλέσει ήδη από τον 9ο αιώνα η ίδρυση μιας Φραγκικής Αυτοκρατορίας, που διεκδικεί την Ρωμαϊκή οικουμενικότητα, εντείνεται τώρα με τις διαμάχες ανάμεσα στην Αγία Έδρα και το πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως επί Φωτίου, για να καταλήξει στο οριστικό σχίσμα επί Κιρουλαρίου (1078). Η οικονομική διείσδυση των Ιταλικών πόλεων στην Ανατολή παίρνει μεγάλες διαστάσεις. Τέλος, η στρατιωτική σύγκρουση των δυο κόσμων αρχίζει με την επίθεση των Νορμανδών στην Ιταλία, που χάνεται για το Βυζάντιο ύστερα από την κατάληψη του Μπάρι (1071), και εντείνεται με τις επιθέσεις των ίδιων των Νορμανδών εναντίον των Βαλκανικών κτήσεων της αυτοκρατορίας, προοίμια των Σταυροφοριών που θα ακολουθήσουν και που θα λήξουν με την διάλυση της Αυτοκρατορίας (1204). Στην ίδια αυτή περίοδο, ανάμεσα στα 1040 περίπου και 1200, οι διάφοροι μη ελληνικοί λαοί που ήταν υποταγμένοι στην Αυτοκρατορία (Αρμένιοι και Ίβηρες στην Ανατολή, Σέρβοι και Βούλγαροι στα Βαλκάνια), αρχίζουν να αποχωρίζονται ο ένας μετά τον άλλον, ιδρύουν ανεξάρτητους πολιτικούς σχηματισμούς με πυρήνες εθνικούς και τείνουν διαρκώς να συνενωθούν και να εξελιχθούν σε πραγματικά εθνικά κράτη.

Το βασικό χαρακτηριστικό της περιόδου αυτής _που αν θέλουμε να της δώσουμε μια συμβατική χρονολογική αφετηρία, θα μπορούσαμε να διαλέξουμε το έτος 1071 (έτος των δυο μεγάλων ηττών στην Ανατολή και στη Δύση), ή, ακόμα, το 1081, έτος της ανόδου στο θρόνο του Αλεξίου Κομνηνού, του ιδρυτή της πρώτης καθαρά ελληνικής δυναστείας, και που διαρκεί ως την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους (1204)_ είναι η βαθμιαία ανεξαρτητοποίηση όλων των μη εξελληνισμένων στοιχείων. Το μόνο συστατικό στοιχείο της μένει ο Ελληνισμός που, απομονωμένος και περικυκλωμένος από εχθρικούς πλέον λαούς-εθνότητες, παίρνει βαθύτερη συνείδηση του εαυτού του ως ιδιαίτερης πολιτικής και πολιτισμικής οντότητας. Η ελληνική ιδέα, που είχε αρχίσει ν’ αποκαθίσταται από πριν, παρουσιάζεται στους σημαντικότερους συγγραφείς σαν δική τους κληρονομιά για την οποία είναι υπερήφανοι. Το όνομα Έλλην αρχίζει και ξαναπαίρνει το διπλό πολιτιστικό και εθνολογικό του περιεχόμενο. Έλλην είναι όποιος μετέχει ελληνικής παιδείας και έχει ελληνική καταγωγή. Για άλλη μια φορά οι Βυζαντινοί λόγιοι χωρίζουν τον κόσμο σε Έλληνες και βαρβάρους.
Από το τελευταίο, λοιπόν, τέταρτο του 11ου αιώνα ως το 1204, ο Βυζαντινός αρχίζει να συνδέεται με το ιστορικό του παρελθόν και να ξαναβρίσκει σιγά-σιγά τις λαϊκές ρίζες του πολιτισμού του. Αρχαία Ελληνική κληρονομιά και χριστιανική πίστη αρχίζουν να συμβιβάζονται στη συνείδησή του και να γίνονται τα συστατικά της στοιχεία. Η ίδια η επίσημη εκκλησία, παρ’ όλη την αντίδρασή της στους νέους αυτούς προσανατολισμούς, με τις διαμάχες της με την Παποσύνη και τον οριστικό της χωρισμό από την δυτική εκκλησία, αρχίζει να χάνει τον οικουμενικό της χαρακτήρα και να μεταβάλλεται σε ανατολική ορθόδοξη εκκλησία, που έχει για κύριο στήριγμα τον Ελληνισμό. Η νέα αυτή ιδεολογία εκφράζει το πρώτο στήριγμα ενός εθνικού αισθήματος στον Ελληνισμό, που έχει μείνει πλέον το μόνο στήριγμα του Βυζαντίου.

Οι ιδεολογικές αυτές κατευθύνσεις θα ξεκαθαρίσουν περισσότερο στους αιώνες που ακολουθούν, με την ανάπτυξη ενός ισχυρού πατριωτικού αισθήματος μέσα στους πολύπλευρους αγώνες του Ελληνισμού. Το παλαιό αυτοκρατορικό-πατριωτικό αίσθημα που γνώρισε το Βυζάντιο σε παλαιότερους αιώνες κατά τους αγώνες του εναντίον των Αβάρων, των Σλάβων ή των Αράβων, παίρνει πράγματι τώρα για πρώτη φορά εθνικό-ελληνικό περιεχόμενο με την αντίθεση ολόκληρου του Ελληνισμού εναντίον της φραγκικής κατάκτησης, αντίσταση που ο εθνικός της χαρακτήρας τονίζεται περισσότερο από το γεγονός ότι ο Ελληνισμός δεν παλεύει μόνο εναντίον ξένων προς την Αυτοκρατορία στοιχείων (των Φράγκων ή των Τούρκων κατακτητών), αλλά και εναντίον λαών όπως οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι που είχαν θεωρηθεί επί αιώνες αναπόσπαστα τμήματα της Αυτοκρατορίας.