Σελίδες

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θεόδοτος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θεόδοτος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΕΤΑΞΥ ΙΕΡΟΥ ΚΑΙ ΚΟΣΜΙΚΟΥ

Άρθρο του Claudio Mutti                                                                 

Μετάφραση: Ιωάννης Αυξεντίου



O όρος ‘γεωπολιτική’ είναι ένας από εκείνους τους όρους του οποίου η έννοια πρέπει πρώτα να διευκρινιστεί, διότι για αρκετά χρόνια έχει γίνει πραγματική κατάχρηση, αποδίδοντας σε αυτόν περιεχόμενο που δεν έχει και χρησιμοποιείται κυρίως ως συνώνυμο της ‘πολιτικής γεωγραφίας’, των ‘διεθνών σχέσεων’, της ‘εξωτερικής πολιτικής’, ‘γεωστρατηγικής’ κλπ. Στην πραγματικότητα, η γεωπολιτική είναι κάτι άλλο.


Φαίνεται ότι όρος εμφανίζεται για πρώτη φορά σε ένα ανέκδοτο χειρόγραφο του Gottfried Wilhelm Leibniz του 1679, την εποχή που ο φιλόσοφος ήταν σύμβουλος στην αυλή των Hannover και ενθαρρυμένος από τον πρίγκιπα Giovanni Federico στις πολιτιστικές και διπλωματικές του πρωτοβουλίες, εργαζόταν για να ευνοήσει τη θρησκευτική ειρήνη. Όμως, ως θεμελιωτές της γεωπολιτικής, υποδεικνύονται δύο μελετητές: ο Γερμανός γεωγράφος και εθνολόγος Friedrich Ratzel, ιδρυτής της ανθρωπογεωγραφίας και ο Σουηδός κοινωνιολόγος και γεωγράφος Rudolf Kjellén.



Όσον αφορά τον Ratzel, η γεωγραφία του θεωρείται μία δαρβινική φιλοσοφία του χώρου, επειδή εμψυχώνεται από τις εξελικτικές θεωρίες των ειδών και του αγώνα για την επιβίωση, φιλτραρισμένες μέσω της κοινωνικής οπτικής του Herbert Spencer. ο Ratzel αναθέτει μία κεντρική λειτουργία στο κράτος, το οποίο και αντιλαμβάνεται ως βιολογικό οργανισμό. Όμως, θεωρεί θεμελιώδες οι πολιτικοί άνδρες, για να κατανοήσουν τη χωρική σημασία των αποφάσεων τους, να κατέχουν τις απαραίτητες γεωγραφικές  γνώσεις.  


Η γεωγραφική-πολιτική του Ratzel ενσωματώνεται σε ένα τύπο μελέτης που το  1899  έλαβε από αυτόν για πρώτη φορά την ονομασία γεωπολιτική. Ο Kjellén ορίζει την γεωπολιτική ως την «επιστήμη του κράτους ως γεωγραφικού οργανισμού ή  οντότητας  στο  χώρο: δηλαδή το κράτος ως χώρα, έδαφος, κυριαρχία  ή ειδικότερα, ως βασίλειο.» 



Είναι η γεωπολιτική μια εκκοσμικευμένη ‘ιερή γεωγραφία’ ;


Όσο μεγάλο και εάν είναι το βάρος που αποδίδεται από τη γεωπολιτική στους γεωγραφικούς παράγοντες, είναι τόσο ουσιαστική η σχέση της με τη θεωρία του κράτους, ώστε αυθόρμητα να τεθεί ένα ζήτημα που μέχρι τώρα δεν δείχνει να είχε απασχολήσει τη σκέψη των μελετητών. Το ζήτημα, που τοποθετείται μεταξύ ιερού και κοσμικού, είναι το ακόλουθο: είναι δυνατόν να εφαρμοστεί και στη γεωπολιτική η φημισμένη φράση του Carl Schmitt, σύμφωνα με την οποία «όλες οι πιο μεστές έννοιες της σύγχρονης θεωρίας του κράτους είναι εκκοσμικευμένες θεολογικές  έννοιες»; Η δήλωση του Schmitt θυμίζει μία σκέψη του Proudhon, που το 1849 έγραφε επί λέξει: «Είναι εκπληκτικό ότι στο βάθος της πολιτικής μας βρίσκουμε πάντα τη  θεολογία».

 

Ας επανδιατυπώσουμε λοιπόν το ζήτημα με τους ακόλουθους όρους:  είναι δυνατόν να υποθέσουμε ότι η γεωπολιτική αντιπροσωπεύει την εκκοσμικευμένη κατάληξη ιδεών συνδεμένων με εκείνη που ονομάστηκε ‘ιερή γεωγραφία’; Εάν είναι έτσι, η γεωπολιτική θα βρισκόταν σε μία κατάσταση, κατά κάποιο τρόπο, ανάλογη όχι μόνο στη σύγχρονη θεωρία του κράτους αλλά και σε άλλες σύγχρονες επιστήμες. Χωρίζοντας τις επιστήμες από κάθε ανώτερη Αρχή, με τη δικαιολογία να εξασφαλιστεί σε αυτές η ανεξαρτησία, η μοντέρνα αντίληψη τις στέρησε από κάθε βαθύτερη σημασία και ακόμη από κάθε αληθινό ενδιαφέρον από την άποψη της γνώσης. Έτσι, αυτές είναι καταδικασμένες να καταλήγουν σε ένα αδιέξοδο, επειδή αυτή η αντίληψη τις περιορίζει σε ένα ανεπανόρθωτα περιορισμένο πεδίο. 


Υπάρχει λοιπόν μία ιερή ή παραδοσιακή γεωγραφία που οι μοντέρνοι αγνοούν εντελώς, έτσι όπως όλες τις άλλες γνώσεις του ίδιου είδους, υπάρχει ένας γεωγραφικός συμβολισμός, όπως υπάρχει κι ένας ιστορικός συμβολισμός και είναι η συμβολική αξία που δίνει στα πράγματα τη βαθιά σημασία τους, διότι αυτή είναι το μέσο που καθορίζει την αντιστοιχία τους με τις πραγματικότητες μιας ανώτερης τάξης. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο υπάρχουν τόποι ιδιαίτερα κατάλληλοι να λειτουργούν υποστηρικτικά στη δράση των πνευματικών επιρροών, όπως για παράδειγμα είναι οι τόποι προσκυνήματος. Αντίθετα, υπάρχουν άλλοι τόποι που είναι ευνοϊκοί στην εμφάνιση επιρροών εντελώς αντίθετου χαρακτήρα, που ανήκουν στις πιο χαμηλές περιοχές της ύπαρξης. (Σ.τ.Μ. η ακόλουθη διήγηση είναι διαφωτιστική: «Το έτος 1977, κατόπιν προσκλήσεως από την τοπική Εκκλησία, ο Γέροντας Παΐσιος επισκέφθηκε την Αυστραλία (...) Διηγήθηκε τα εξής: «Πετώντας με το αεροπλάνο για μια στιγμή ένιωσα κάτι μέσα μου. Ρώτησα να μάθω ποια είναι η χώρα που φαίνεται από κάτω. Ήταν η Συρία. Έχει πολλή χάρι εξαιτίας των ασκητών που έζησαν στις ερήμους της. Το ίδιο αισθάνθηκα και για τους Αγίους Τόπους. Αργότερα αισθάνθηκα μια ψυχρότητα, μια δαιμονική ακτινοβολία και άκουσα τα μεγάφωνα του αεροπλάνου να ανακοινώνουν ότι πετάμε πάνω από το Πακιστάν.» [μερικές ενδείξεις εδώ και εδώ]) Σήμερα, αυτές τις καταστάσεις τις περιγράφουμε απλά ως το πνεύμα ή την ‘ατμόσφαιρα’ που επικρατεί  σε  έναν ορισμένο τόπο. 



 Ίχνη της ιερής γεωγραφίας στην γεωπολιτική.