Σελίδες

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παλαμάς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παλαμάς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πλήθων

Μακαρισμένος εσύ που μελέτησες

να τον ορθώσεις απάνω στους ώμους σου

τον συντριμμένο ναό των Ελλήνων!


Του Νόμου το άγαλμα σταίνεις Κορώνα του,

στις μαρμαρένιες κολώνες του σκάλισες

τους λογισμούς των Πλωτίνων.


Στους Χριστιανούς τους μισόζωους ανάμεσα

ξαναζωντάνεψες Όλυμπους άγνωρους,

έθνη καινούργιων αθάνατων άστρων,

μέσα σε σένα Λυκούργοι και Πλάτωνες απαντήθηκαν

το λόγο ξανάνιωσες των Ζωροάστρων.


Κωστής Παλαμάς 

(ο δωδεκάλογος του γύφτου)




Ο γκρεμιστής

 του Κωστή Παλαμά 

Στον Ίωνα Δραγούμη 

Ακούστε. Εγώ είμαι ο γκρεμιστής, γιατ’ είμ’ εγώ κι ο χτίστης, ο διαλεχτός της άρνησης κι ο ακριβογιός της πίστης. Και θέλει και το γκρέμισμα νου και καρδιά και χέρι. Στου μίσους τα μεσάνυχτα τρέμει ενός πόθου αστέρι. Κι αν είμαι της νυχτιάς βλαστός, του χαλασμού πατέρας, πάντα κοιτάζω προς το φως το απόμακρο της μέρας. Εγώ ο σεισμός ο αλύπητος, εγώ κι ο ανοιχτομάτης· του μακρεμένου αγναντευτής, κι ο κλέφτης κι ο απελάτης· και με το καριοφίλι μου και με το απελατίκι την πολιτεία την κάνω ερμιά, γη χέρσα το χωράφι. Κάλλιο φυτρώστε, αγριαγκαθιές, και κάλλιο ουρλιάστε, λύκοι, κάλλιο φουσκώστε, πόταμοι, και κάλλιο ανοίχτε, τάφοι, και, δυναμίτη, βρόντηξε και σιγοστάλαξε, αίμα, παρά σε πύργους άρχοντας και σε ναούς το Ψέμα. Των πρωτογέννητων καιρών η πλάση με τ’ αγρίμια ξανάρχεται. Καλώς να ’ρθεί. Γκρεμίζω την ασκήμια. 


Είμ’ ένα ανήμπορο παιδί που σκλαβωμένο το ’χει το δείλιασμα, κι όλο ρωτά και μήτε ναι, μήτε όχι δεν του αποκρίνεται κανείς και πάει κι όλο προσμένει το λόγο που δεν έρχεται, και μια ντροπή το δένει. Μα το τσεκούρι μοναχά στο χέρι σαν κρατήσω, και το τσεκούρι μου ψυχή μ’ ένα θυμό περίσσο. Τάχα ποιός μάγος, ποιό στοιχειό τού δούλεψε τ’ ατσάλι και νιώθω φλόγα την καρδιά και βράχο το κεφάλι, και θέλω να τραβήξω εμπρός και πλατωσιές ν’ ανοίξω, και μ’ ένα Ναι να τιναχτώ, μ’ ένα Όχι να βροντήξω; Καβάλα στο νοητάκι μου, δεν τρέμω σας, όποιοι είστε· γρικάω, βγαίνει από μέσα του μια προσταγή: Γκρεμίστε! 


 1907