Σελίδες

Στρατιώτης, Εργάτης, Επαναστάτης, Άναρχος-Μία εισαγωγή στον Ernst Jünger


Β' ΜΕΡΟΣ

 Του Alain de Benoist

Μετάφραση-επιμέλεια κειμένου: Lohengrin


Η στροφή αυτή αντανακλάται στην νουβέλα Auf den Marmorκlippen (Πάνω στους μαρμάρινους λόφους)[5], εκδοθείσα το 1939. Οι ήρωές της, δύο αδέλφια, βοτανολόγοι από την Μεγάλη Μαρίνα, που απαρνούνται με τρόμο το ανηλεές αποτέλεσμα της επιχειρήσεως του Μεγάλου Δασονόμου, ανακαλύπτουν ότι υπάρχουν όπλα ισχυρότερα αυτών που διαπερνούν και που σκοτώνουν. Εκείνη την εποχή ο Jünger όχι μόνον ήταν πληροφορημένος από την άνοδο του Εθνικοσοσιαλισμού, αλλά είχε επηρεασθεί και από τον αδελφό του Friedrich Georg Jünger, ο οποίος σε ένα διάσημο βιβλίο [6] υπήρξε από τους πρώτους που ήσκησαν μία ριζοσπαστική κριτική επί του τεχνολογικού πλαισίου. [7]. Ως τέκνα της τεχνολογίας, ο Στρατιώτης και ειδικότερα ο Εργάτης ευρίσκοντο στην πλευρά των Τιτάνων. Ο Jünger, ωστόσο, κατέληξε ότι η τιτανική κυριαρχία των στοιχειακών οδηγεί κατευθείαν στον μηδενισμό. Κατάλαβε ότι ο κόσμος δεν έπρεπε ούτε να ερμηνευθεί ούτε να αλλάξει, αλλά να ιδωθεί ως η ξεχωριστή πηγή της αποκαλύψεως της αλήθειας. Αντελήφθη ότι η τεχνολογία δεν είναι απαραιτήτως ανταγωνιστική προς τις αστικές αξίες και ότι μεταμορφώνει τον κόσμο μόνον παγκοσμιοποιώντας την έρημο. Κατάλαβε ότι πίσω από την ιστορία το άχρονο επιστρέφει σε πιο ουσιώδεις κατηγορίες και ότι ο ανθρώπινος χρόνος, με όρια καθορισμένα από τον μηχανισμό του ρολογιού, είναι ένας «φανταστικός χρόνος» γεννηθείς από μία συσκευή, η οποία έκανε τους ανθρώπους να ξεχνούν το γεγονός ότι ανήκουν στον κόσμο, ένας χρόνος που καθορίζει την φύση των ασχολιών τους αντί να καθορίζεται από αυτές, σε αντίθεση με την κλεψύδρα , το «στοιχειώδες-πρωταρχικό ρολόι», της οποίας η ροή υπακούει σε φυσικούς νόμους-ένας κυκλικός και όχι ένας γραμμικός χρόνος. Ο Jünger με άλλα λόγια συνειδητοποίησε ότι το ξέσπασμα των Τιτάνων αποτελεί πρωτίστως και κυρίως εξέγερση εναντίον των Θεών. Για τον λόγον αυτόν απέρριψε τον Προμηθέα.

Εναντίον του ολοκληρωτικού δεσποτισμού οι ήρωες του Auf den Marmorκlippen επιλέγουν την απόσυρση, δημιουργώντας μίαν απόσταση. Με αυτήν έχουν ήδη ανακοινώσει την νοοτροπία του Επαναστάτη, για τον οποίον ο Jünger θα έγραφε: «Ο Επαναστάτης είναι…οποιοσδήποτε, του οποίου ο νόμος της φύσεως του τον τοποθετεί σε μία σχέση με την ελευθερία, μία σχέση η οποία με τον καιρό τον οδηγεί σε μία εξέγερση ενάντια στον αυτοματισμό και σε μία άρνηση να αποδεχθεί την ηθική του συνέπεια, την μοιρολατρεία».

Μπορεί κάποιος να διαπιστώσει από αυτό ότι η Μορφή του Επαναστάτου συνδέεται αμέσως με έναν διαλογισμό επάνω στην ελευθερία-και επίσης στον αποκλεισμό, από την στιγμή που ο Επαναστάτης είναι εξίσου ένας παράνομος. Ο Επαναστάτης παραμένει ένας μαχητής, όπως ο Στρατιώτης του Μετώπου, αλλά είναι ένας μαχητής που την ενεργό απουσία προσωπικότητος, επειδή προτίθεται να διατηρήσει την ελευθερία του σε συνάρτηση με τον σκοπό που υπερασπίζεται. Υπό αυτήν την έννοια ο Επαναστάτης δεν μπορεί να ταυτισθεί με κάποιο σύστημα, ακόμα και με αυτό, υπέρ του οποίου μάχεται. Δεν αναπαύεται σε καμία περίπτωση. Εάν ο Επαναστάτης επιλέξει την περιθωριοποίηση, υπεράνω όλων τίθεται να περιφρουρεί ενάντια στις δυνάμεις της καταστροφής, να σπάει την περικύκλωση, θα μπορούσε να πεί κάποιος, χρησιμοποιώντας μία στρατιωτική μεταφορά, την οποίαν ο ίδιος ο Jünger χρησιμοποιεί όταν γράφει: «Η θαυμαστή περικύκλωση του ανθρώπου είχε προετοιμασθεί από πολύ παλαιά από θεωρίες που στοχεύουν στην αψεγάδιαστη λογική ερμηνεία του κόσμου και παρελαύνουν σε κλειστό σχηματισμό μαζί με την ανάπτυξη της τεχνολογίας».

«Ο δρόμος του μυστηρίου πηγαίνει κατευθείαν προς το εσώτερο» είπε ο Novalis. Ο Επαναστάτης είναι ένας μετανάστης στο εσώτερο, που επιζητά να διατηρήσει την ελευθερία του στην καρδιά των δασών, όπου τέμνονται «τα μονοπάτια που δεν οδηγούν πουθενά».  Το καταφύγιο αυτό, ωστόσο, είναι διφορούμενο, διότι αυτό το άσυλο της οργανικής ζωής, το οποίο δεν έχει ακόμα απορροφηθεί από την μηχανοποίηση του κόσμου, εκπροσωπεί-στο ακριβές σημείο που συνιστά ένα σύμπαν ξένο προς τα ανθρώπινα πρότυπα-τον «μεγάλο οίκο του θανάτου, την μόνη έδρα του καταστρεπτικού κινδύνου». Όθεν η θέση του Επαναστάτου μπορεί να είναι μόνον προσωρινή.

Στρατιώτης, Εργάτης, Επαναστάτης, Άναρχος-Μία εισαγωγή στον Ernst Jünger


 Του Alain de Benoist

Μετάφραση-επιμέλεια κειμένου: Lohengrin

Α' ΜΕΡΟΣ



Τέσσερις μορφές εμφανίζονται διαδοχικά στα γραπτά του Jünger, κάθε μία από αυτές ανταποκρινόμενη σε μία ξεχωριστή περίοδο της ζωής του συγγραφέως. Αυτές είναι χρονολογικά ο Στρατιώτης του Μετώπου, ο Εργάτης, ο Επαναστάτης, ο Άναρχος. Μέσω των μορφών αυτών μπορεί κάποιος να ξεχωρίσει το παθιασμένο ενδιαφέρον που είχε ο Jünger για τον κόσμο των μορφών. Για αυτόν οι μορφές δεν μπορούν να προέλθουν από την αλλαγή που συμβαίνει στον αισθητό κόσμο. Οι μορφές υποδεικνύουν σε ποικίλα επίπεδα, τον τρόπο με τον οποίον τα αισθητά όντα εκφράζονται: η «ιστορία» του κόσμου ίσταται υπεράνω κάθε μορφογενέσεως. Ως εντομολόγος, επιπλέον, ο Jünger ήταν φυσικά επιρρεπής σε κατηγοριοποιήσεις. Πέραν του ατόμου, αναγνωρίζει το γένος και το είδος .

Μπορεί κάποιος να διακρίνει εδώ ένα είδος λεπτής προκλήσεως προς τον ατομικισμό: «Το μοναδικό και το τυπικό αλληλοαποκλείονται»,γράφει. Όπως το βλέπει ο Jünger, το σύμπαν είναι έτσι εκείνο, όπου οι Μορφές δίδουν στις εποχές την μεταφυσική σημασία τους. Με αυτή την σύντομη, θα ήθελα να συγκρίνω κα να αντιπαραβάλω τις υπό του Jünger αναγνωρισμένες Μορφές.

Ο Στρατιώτης του Μετώπου (Der Frontsoldat) είναι πρωτίστως μάρτυρας του τέλους του πολέμου με την κλασική έννοια: οι πόλεμοι που έδιδαν προτεραιότητα στον ιπποτισμό, που ήσαν οργανωμένοι γύρω από τις έννοιες της δόξης και της τιμής, που γενικώς σεβόταν τους αμάχους και που διέκριναν ξεκάθαρα μεταξύ του Μετώπου και των Μετόπισθεν. «Μολονότι ζαρώναμε από φόβο μέσα στους κρατήρες των οβίδων, συνεχίζαμε να πιστεύουμε ότι ο άνθρωπος είναι δυνατότερος από την ύλη. Αυτό απεδείχθη λάθος.», έγραφε ο Jünger. Όντως, από τότε και έπειτα η «ύλη» μετρούσε περισσότερο από τον ανθρώπινο παράγοντα. Ο υλικός αυτός παράγοντας σηματοδοτεί την εισόρμηση και την κυριαρχία της τεχνολογίας. Η τεχνολογία επιβάλλει τον δικό της νόμο, τον νόμο της απουσίας προσωπικότητας και του ολοκληρωτικού πολέμου-ενός πολέμου ταυτοχρόνως μαζικού και αφηρημένου στην ωμότητά του. Την ίδια στιγμή ο Στρατιώτης καθίσταται ένας απρόσωπος ηθοποιός. Ακόμα και ο ηρωισμός του είναι απρόσωπος, διότι αυτό που μετράει περισσότερο για εκείνον δεν είναι πλέον ο σκοπός ή το αποτέλεσμα της μάχης. Δεν πρόκειται για το εάν θα κερδίσει ή θα χάσει, εάν θα ζήσει ή θα πεθάνει. Αυτό που μετράει είναι η πνευματική προδιάθεση που τον οδηγεί να αποδεχθεί την ανώνυμη θυσία του. Υπό αυτήν την έννοια, ο Στρατιώτης του Μετώπου είναι εξ ορισμού ένας Άγνωστος Στρατιώτης, ο οποίος σχηματίζει ένα σώμα, στην πλήρη κυριολεξία του όρου, με την μονάδα, στην οποίαν ανήκει, σαν ένα δένδρο, το οποίο δεν αποτελεί απλώς μέρος, αλλά μία υποδειγματική ενσάρκωση του δάσους.

Το ίδιο ισχύει για τον Εργάτη, ο οποίος εμφανίζεται το 1932, στο διάσημο βιβλίο με το όνομα αυτό, του οποίου ο παράτιτλος είναι «Κυριαρχία και Μορφή» [1] Το κοινό στοιχείο του Στρατιώτου και του Εργάτου είναι η ενεργός απουσία προσωπικότητας. Αμφότεροι είναι τέκνα της τεχνολογίας. Επειδή η ίδια τεχνολογία που μεταμόρφωσε τον πόλεμο σε μία μονότονη «εργασία», πνίγοντας το ιπποτικό πνεύμα στην λάσπη των χαρακωμάτων, μεταμόρφωσε, επίσης, τον κόσμο σε ένα απέραντο εργαστήριο, όπου ο άνθρωπος είναι στο εξής εντελώς σκλαβωμένος [2] από τις προσταγές της παραγωγικότητας. Ο Στρατιώτης και ο Εργάτης έχουν, εν τέλει, τον ίδιον εχθρό: τον αξιοπεριφρόνητο φιλελεύθερο αστό, τον αναγγελμένο από τον Νίτσε «τελευταίο άνθρωπο», ο οποίος σέβεται την ηθική τάξη, την ωφέλεια και το κέρδος. Ο Εργάτης και ο Στρατιώτης, που έχει επιστρέψει από το Μέτωπο, επίσης, θέλουν να καταστρέψουν, προκειμένου να δημιουργήσουν, να απομακρύνουν τα τελευταία κουρέλια του ατομικισμού, προκειμένου να ιδρύσουν έναν καινούργιο κόσμο πάνω στα συντρίμμια της παλαιάς «απολιθωμένης μορφής ζωής»

Ωστόσο, ενώ ο Στρατιώτης ήταν μόνον το παθητικό αντικείμενο της κυριαρχίας της τεχνολογίας, ο Εργάτης στοχεύει ενεργά στο να ταυτοποιήσει τον εαυτό του με αυτήν. Μακράν του να είναι το αντικείμενό της ή να υποτάσσεται στις εκδηλώσεις της, ο Εργάτης, αντιθέτως, αναζητά εν πλήρει συνειδήσει να επιδοκιμάσει της δύναμη της τεχνολογίας, η οποία θεωρεί ότι θα εξαλείψει τις διαφορές μεταξύ των τάξεων, όπως και ανάμεσα σε πόλεμο και ειρήνη, σε πολίτη και σε στρατιωτικό. Ο Εργάτης δεν είναι πλέον αυτός που «θυσιάζεται, για να επωμίζεται τα φορτία στις μεγάλες ερήμους της φωτιάς», όπως ο Jünger ακόμα το έθετε στο έργο του «Der Waldgang» (Το μονοπάτι στο δάσος) [3], αλλά ένα όν εντελώς αφοσιωμένο στην «totale Mobilmachung» (ολοκληρωτική επιστράτευση ή κινητοποίηση) [4] Ούτως, η Μορφή του Εργάτου προχωρά πολύ μακρύτερα του Τύπου του Στρατιώτου του Μετώπου. Διότι για τον Εργάτη-που ονειρεύεται όλη την ώρα την ζωή του Σπαρτιάτου, του Πρώσσου, ή του Μπολσεβίκου, όπου το άτομο οπωσδήποτε θα μπορούσε να ξεπερασθεί από τον Τύπο- ο Μεγάλος Πόλεμος υπήρξε μόνον το αμόνι , πάνω στο οποίο σφυρηλατήθηκε ένας άλλος τρόπος του είναι στον κόσμο. Ο Στρατιώτης του Μετώπου περιόρισε τον εαυτό του, για να ενσαρκώσει νέα πρότυπα συλλογικής υπάρξεως. Ο Εργάτης, από την πλευρά του, αποσκοπεί στο να τις μετεμφυτεύσει στην αστική ζωή, να τις καταστήσει νόμο ολόκληρης της κοινωνίας.

Ο Εργάτης με τον τρόπον αυτόν δεν είναι μόνον ο άνθρωπος που εργάζεται (η πλέον κοινή σημασία) περισσότερο απ’ ό,τι ο άνθρωπος μίας κοινωνικής τάξεως, π.χ. μίας δεδομένης οικονομικής κατηγορίας (η ιστορική σημασία). Είναι ο Εργάτης με μία μεταφυσική έννοια: αυτό που αποκαλύπτει την Εργασία ως τον γενικό κανόνα ενός κόσμου, ο οποίος αφοσιώνεται ολοκληρωτικά στην αποτελεσματικότητα και την παραγωγικότητα, ακόμα και στην πολυτέλεια και την ανάπαυση.

Τα στοιχεία της κοσμοθεάσεως του Jünger-η αισθητική και βουλησιαρχική αντίληψη της τεχνολογίας, η αποφασιοκρατία κάθε στιγμής, η αντίθεση του Εργάτου προς τον Αστό, η νιτσεϊκή θέληση «προς επαναξιολόγηση όλων των αξιών», που ήδη υποδαυλίζει τον γιουνγκεριανό «στρατιωτικό εθνικισμό» της δεκαετίας του είκοσι-συνοψίζονται ενίοτε με την φράση «ηρωικός ρεαλισμός». Υπό την επιρροή των γεγονότων, ωστόσο, ο διαλογισμός του Jünger θα υποστεί συντόμως μία αποφασιστική καμπή, η οποία τον οδήγησε σε διαφορετική κατεύθυνση.

DER ARBEITER

 του Αλεξαντρ Ντουγκιν


Ο Ernst Junger είναι ένας εξέχων σύγχρονος Γερμανός συγγραφέας, του οποίου η λογοτεχνική και την πολιτική μοίρα είναι ένα κλασικό σύμβολο όλων των πρωτοποριακών, ζωντανών και αντικομφορμιστών του ευρωπαϊκού πολιτισμού του εικοστού αιώνα. Συμμετέχων και μάρτυρας σε δυο παγκόσμιους πολέμους, ένας από τους κύριους θεωρητικούς της γερμανικής συντηρητικής επανάστασης στη δεκαετία του 1920-1930, εμπνευστής του εθνικού σοσιαλισμού, που γρήγορα μετατράπηκε σε «αποστάτη από τα δεξιά» μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, επιβίωσε από την επίσημη δυσανασχέτηση κατά τη διάρκεια του ναζιστικού ολοκληρωτισμού,  κάτι που επέτρεψε στους νικητές να τον εξοστρακίσουν κατά τη διάρκεια της καμπάνιας «από-ναζιστικοποίησης», του οποίου το ταλέντο και το βάθος της σκέψης του επέτρεψε να ξεπεράσει τις προκαταλήψεις των «δημοκρατών». Σήμερα, ο Junger θεωρείται δικαιωματικά ότι είναι το έμβλημα του εικοστού αιώνα, φερέφωνο όχι μόνο της «χαμένης γενιάς», αλλά του «χαμένου αιώνα», ο γεμάτος πάθος και δράμα αγώνας του τελευταίου ιερού παφλασμούς της εθνικής ζωής ενάντια στην ασφυκτική ανισότητα της σύγχρονης τεχνοκρατικής καθολικότητας.

Ο Junger είναι ο συγγραφέας πολλών μυθιστορημάτων, δοκιμίων, άρθρων και διηγημάτων. Είναι διαφορετικός, ευπροσάρμοστος, σύνθετος, κατά περιόδους αντιφατικός και παράδοξος. Αλλά το κύριο θέμα των έργων του παραμένει πάντα το ίδιο – ο Εργάτης, κεντρικός, σχεδόν μεταφυσικός χαρακτήρας, του οποίου η εμφανής και λανθάνουσα παρουσία είναι αισθητή σε όλα τα κομμάτια του. Δεν είναι τυχαίο ότι το πιο γνωστό από τα βιβλία του, που εξέδιδε και ξαναέγραφε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, ονομάζεται: «Ο Εργάτης».

Ο εργάτης, "Der Arbeiter", είναι το κεντρικό είδος όλων αυτών των πολιτικών, καλλιτεχνικών, πνευματικών και φιλοσοφικών τάσεων, οι οποίες, παρά την ποικιλομορφία τους, έχουν ενσωματωθεί στην έννοια της «συντηρητικής επανάστασης». Ο Εργάτης είναι ο βασικός ήρωας της Επανάστασης, το θέμα της, η υπαρξιακή και αισθητική περιστροφής της. Μιλάμε για έναν ειδικό τύπο του σύγχρονου ανθρώπου, ο οποίος στην  κρισιμότερη εμπειρία της βέβηλης πραγματικότητας, είναι στο επίκεντρο του τεχνοκρατικού άψυχου μηχανισμού, στα σιδερένια σπλάχνα του ολοκληρωτικού πολέμου ή κολασμένης βιομηχανικής εργασίας, στο κέντρο του μηδενισμού του εικοστού αιώνα, βρίσκει στον εαυτό του ένα μυστηριώδες υπομόχλιο, που τον μεταφέρει στην άλλη πλευρά του «τίποτα», στα στοιχεία που ξυπνάνε αυθόρμητα την εσωτερική  ιερότητα. Μέσα από την δηλητηρίαση από τον σύγχρονο κόσμο, ο εργάτης του Junger αντιλαμβάνεται την ακτινοβόλο ακινησία του Πόλου, το κρυσταλώδες κρύο της αντικειμενικότητας, κατά τα οποία η παράδοση και το πνεύμα εμφανίζονται όχι ως κάτι το παλιό, αρχαίο, αλλά ως Αιώνια, ως αιώνια επιστροφή στην άχρονη Προέλευση. Ο εργάτης δεν είναι συντηρητικός ή προοδευτικός. Δεν είναι υπερασπιστής του παρελθόντος ούτε  απολογητής του παρόντος. Είναι ο τρίτος ήρωας, ο Third Imperial Hero (σύμφωνα με τον Niekiesch), ο νέος Τιτάνας, στον οποίο, μέσα από τη μέγιστη συγκέντρωση του μοντερνισμού στις πιο δηλητηριώδεις και τραυματικές μορφές του, μέσω του βιομηχανικού και μετωπικού χάους, ανοίγει μία ειδική υπερβατική διάσταση, η οποία τον προετοιμάζει για μια μεταφυσική, ηρωική πράξη. Οι Εργάτες είναι άνθρωποι των χαρακωμάτων, των εργοστασίων, «νομάδες της ασφάλτου», στερούμενοι της κληρονομιάς σε τεχνοκρατικό πολιτισμό, δεχόμενοι την πρόκληση της διασπαρμένης πραγματικότητας και συσσωρεύοντας στην ψυχή τους τις επιπλέον δυνάμεις μιας μεγάλης εξέγερσης, τόσο βάναυσης και αντικειμενικής όσο η επιθετική φύση του βιομηχανικού-αστικού περιβάλλοντος. Ο Ernst Junger είναι ο δημιουργός της πολιτικό-ιδεολογικής έννοιας της "Συνολικής Κινητοποίησης," η οποία έγινε η θεωρητική και φιλοσοφική βάση για πολλά συντηρητικά επαναστατικά κινήματα. «Συνολική Κινητοποίηση» είναι η ανάγκη για μια γενική αφύπνιση του έθνους για την οικοδόμηση ενός νέου πολιτισμού, στον οποίο Ήρωες και Τιτάνες, οι στυλοβάτες της φλόγας της Εθνικής Επανάστασης που γεννήθηκαν εσκεμμένα από την άβυσσο της κοινωνικής αλλοτρίωσης, θα είναι στο επίκεντρο.

Αλλά, σύμφωνα με τον Junger, η «Συνολική Κινητοποίηση» των μαζών, εθνών, λαών βασίζεται σε μια ειδική, μοναδική υπαρξιακή εμπειρία, χωρίς την οποία η Επανάσταση είτε θα μετατραπεί σε μια υλιστική έκφυλη μορφή, ή θα νεκραναστήσει από την αδράνεια τους φαρισαϊκούς συντηρητικούς. Γι’ αυτόν τον λόγο στην υπαρξιακή διάσταση δίνεται προτεραιότητα στα έργα του Junger, τα οποία δείχνουν μια ολοκληρωμένη συλλογή των τύπων του «Τρίτου Ήρωα» (νουβέλες: "The Steel Storm", "A Heart in Search for Adventures", "On Marble Cliffs", "Escape to the Forest", "Heliopolis" κ.α.), ο οποίος ακολουθεί το δρόμο της Εσωτερικής Επανάστασης, διερευνώντας τις πιο ακραίες και επικίνδυνες μορφές - τον πόλεμο, τον μυστικισμό, τα ναρκωτικά, τον ερωτισμό, τα όρια των ψυχικών καταστάσεων. Τα λόγια του Νίτσε "αυτό που δεν με σκοτώνει, με κάνει πιο δυνατό" είναι το πιστεύω του Ernst Junger στη λογοτεχνία, καθώς και στη ζωή. Ακριβώς όπως στους χαρακτήρες του, πίνει σαμπάνια με ηρεμία.

Το 1995, ο Ernst Junger έγινε 100 ετών. Αλλά ο χρόνος δεν είναι τύραννος όσον αφορά την κρυστάλλινη διάνοιά του και το εκθαμβωτικό του ταλέντο. Πριν από λίγο καιρό (γράφτηκε τον Δεκέμβριο του 2008), σε μια επιστολή στον εκδότη του βελγικού περιοδικού "Antaeus", Christopher Gerard, ο Junger έγραψε: «Ο 21ος  αιώνας θα είναι ο αιώνας των Τιτάνων, και ο 22ος - ο αιώνας των Θεών».

 
Τα λόγια αυτά αποτελούνε μια σύντομη περίληψη του δημιουργικού έργου ενός μεγάλου σύγχρονου συγγραφέα, εργάτη, ήρωα, του Ernst Junger.

πηγή: eurasiagr.blogspot.com

https://imperium-gaia.blogspot.com/2011/05/der-arbeiter.html


H κλιματική απάτη. Οι δράσεις κατά της λεγόμενης κλιματικής αλλαγής είναι μια μεγάλη απάτη προκειμένου να δοθεί διέξοδος στο σύστημα της παγκοσμιοποίησης, που οικονομικά βρίσκεται σε φάση αέναης στασιμότητας ενώ πολιτικά αμφισβητείται έντονα. Η ικανότητα παραγωγής αγαθών παγκοσμίως είναι πολύ μεγαλύτερη από την καταναλωτική δυνατότητα απορρόφησής τους και αυτό παρά τη συνεχή αύξηση του πληθυσμού. Απαιτείται λοιπόν μια αποεπένδυση (καταστροφή μονάδων παραγωγής) και παράλληλα νέες επενδύσεις που θα αλλάξουν το ενεργειακό πρότυπο, στο όνομα της σωτηρίας του πλανήτη. Γίνεται ιδιαίτερη προσπάθεια να πειστούν οι πολίτες ότι αυτό είναι αναγκαίο και κατά συνέπεια, χωρίς μεγάλες αντιδράσεις, να πληρώσουν – μέσω αυξημένων τιμών και φόρων – την απόσβεση των νέων «πράσινων» επενδύσεων, που θα δημιουργήσουν μια διαφορετική οικονομία. Τα λεφτά είναι πολλά, αρκεί να επικρατήσει μια «κλιματική υστερία». Να διευκρινίσουμε, εδώ, ότι είναι άλλο πράγμα η μόλυνση του πλανήτη που εξαρτάται από την ανθρώπινη δραστηριότητα και άλλο πράγμα η αλλαγή του κλίματος, που είναι διαρκής από τότε που υπήρξε η Γη και οφείλεται στην αυξομειούμενη ποσότητα της ηλιακής ακτινοβολίας που δέχεται ο πλανήτης μας. Στη Γη εδώ και 2.500 εκατομμύρια χρόνια υπήρξαν τουλάχιστον 5 μεγάλες εποχές παγετώνων. ... Γιατί όμως η Ελλάδα πρέπει να στερηθεί από τον μοναδικό ενεργειακό πόρο που διαθέτει σήμερα; Για να εισάγουμε το σύνολο των αναγκών μας από το εξωτερικό; Για να αυξήσουμε ακόμη περισσότερο την εξάρτησή μας; Με ποια λογική από τη μια κλείνουμε τις λιγνιτικές μονάδες και από την άλλη δίνουμε άδειες στον ελλαδικό χώρο για την εύρεση υδρογονανθράκων; Το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο δεν είναι ορυκτά καύσιμα που όταν καίγονται παράγουν διοξείδιο του άνθρακα; https://nazionaleanticapitalista.wordpress.com/…/h-%ce%ba%…/

Αποσυμβολισμός στη Μυθική Ζωή του Ορφέα http://mythagogia.blogspot.com/2015/06/blog-post_3.html

Alain de Benoist Constantly described as a “prophet of decline,” Oswald Spengler deserves to be read today before all as the author of a deeply original philosophy of history, which perhaps doesn't permit us to automatically predict the future (how would that be possible?) but which, by helping to better understand the past, also clarifies our present. From the introduction to issue number 59 of the magazine Nouvelle Ecole. Likewise, when he advocates “Prussianism”28, Spengler is firstly referring to a style – the ethics of duty, based on active impersonality and the sense of honor – and not to a historical belonging or birthplace. In this sense he also contrasts “ethical socialism,” of a “Roman – Prussian” (römisch-preußisch) character, to “economic socialism,” that is to say Marxism, which is only a “capitalism from below” (Kapitalismus von unten). The “Prussian Socialism” which he advocated is a socialism of duty, not a socialism of demands. It is not so much an economic doctrine as it is a style of life, based before all on service and conduct, the impersonal style and the spirit of community. For individuals as for peoples, it's about putting oneself “into form” by aligning with a principle. But, internal liberty is only attained in discipline and service: “Such is our freedom: it's what frees us from the yoke of individualism and its arbitrary economics”29. Prussian socialism must be carried by the Faustian soul's will to power, which seeks to shape the masses in order to give them a style. Thus for Spengler Prussia is an ideological “myth” more than a historical reality: there are “Prussians” everywhere. It's on this basis that Spengler denounces liberalism (“the internal England”) and capitalism (“the domination of money”): “Everyone for himself, that's what is English; everyone for all, that's what is Prussian” (“Jeder für sich: das ist english; alle für alle: das ist preußisch”)30. But it's also why certain left wing authors constantly represent “Prussian socialism” as a simple form of imperialism that only attacks finance capitalism in order to preserve the privileges of industrial capitalism, without seeing that the latter is no less exploitative and predatory than the other31. To which Spengler retorts that its Marxism instead that hasn't sufficiently distanced itself from the economistic foundations of liberal capitalism, the proof being that “the great movement which makes use of Marx's phraseology hasn't delivered the entrepreneur into the worker's power, but has delivered both to the power of the Stock Exchange”32. * https://www.geopolitica.ru/en/article/oswald-spengler-introduction

The higher the cause, the less important is the number of its supporters. An army is needed to defend a nation, but only one man is needed to defend an idea. - Nicolás Gómez Dávila
Wandervogel not hippies



"we appear to find ourselves at a point of transition between two civilizational narratives: the "old world order" of so called "traditional" autority structures - what was initially simply a sense of duty to one's kin, over time becoming increasingly coercive, with allegiances redirected to favour ruling elites, religion and the state, and enforced by the physical suppression of dissent, and the presently encroaching globalist "new world order" of self-centered individualism, instand gratification and resuitant pernicius debt-slavery, brought through seduction. today there are many who strive for a restoration of the "old world order" values, whistl seemigly failing to notice how those values constitute a corruption of what they once signified, or indeed how changes in human conciousness have made their corruption inevitable. Meanwhile , those who oppose them in turn usually fail to see how the "new world order" values that they typically espouse amount to much the same thing albeit in a differnt flavour: a narrative employed to justify oligarchy - and thus the heart of the matter is never addressed. As Ezra Pount reputedly pointed out, "the techinique of infamy is to invent two lies and to get people to argue heatedly over which one of them is true." Adam Ormes, Tribes, The Challenge of National Anarchism

Όπου κάψανε κ@λοδάχτυλο... «Είναι ένα πανί που το έδωσαν σε έναν ράφτη και που το ‘ραψε καταλλήλως και δεν έχει καμία παραπέρα σημασία. Εκείνο που έχει τεράστια σημασία είναι αυτό που υπάρχει πίσω από το σύμβολο. Συμβολίζει μία κοινωνία πολιτισμένη που ξέρει τους στόχους της, μια κοινωνία αποφασισμένη να ορμήσει, να αγωνιστεί. Αυτό, ναι. Το σέβομαι και το προσκυνώ. Αλλά αυτό το πανί που κάψανε, καλά κάνανε και το κάψανε. Γιατί αυτό το πανί αντιπροσωπεύει μια σαπίλα σήμερα. Να διώξουμε τη σαπίλα πρώτα». ...

Το απίστευτα επίκαιρο κείμενο του Γιώργο Θεοτοκά για την Ελλάδα 28/09/2019ΓΝΩΜΕΣ1 σχόλιοστο Το απίστευτα επίκαιρο κείμενο του Γιώργο Θεοτοκά για την Ελλάδα 0 SHARES Share Tweet Γιώγος Θεοτοκάς έγραψε το 1929, σε ηλικία 24 ετών το συναρπαστικό δοκίμιο Ελεύθερο Πνεύμα (εκδ. Εστία) το οποίο αργότερα ονομάστηκε «πνευματικό μανιφέστο» της γενιάς του ΄30 (στην οποία ανήκουν και ο Γιώργος Σεφέρης, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Ανδρέας Εμπειρίκος, ο Στρατής Μυριβήλης, ο Κοσμάς Πολίτης, ο Μ. Καραγάτσης, ο Άγγελος Τερζάκης). Πρόκειται για ένα ολιγοσέλιδο κείμενο που έχει απασχολήσει περισσότερο από κάθε άλλο δοκίμιο την ελληνική διανόηση. Σήμερα, 87 χρόνια μετά, ακούγεται πιο επίκαιρο από ποτέ και διαβάζεται ως το πιο σύχρονο μανιφέστο για τη δική μας, στρεβλή κοινωνική καθημερινότητα. «Την έλλειψη αληθινής ανάπτυξης, φανερώνει καλά και η έλλειψη ανοχής και ψυχραιμίας που χαρακτηρίζει σχεδόν πάντα τις ελληνικές συζητήσεις. Όταν εκδηλωθεί μια διαφωνία, η πρώτη δουλειά των Ελλήνων είναι να αρνηθούν ολότελα τη σημασία του αντιπάλου. Πώς μπορεί να είναι σοβαρό υποκείμενο αφού τολμά να λέει όχι όταν εμείς λέμε ναι; Να πάει πρώτα να μάθει γράμματα κι ύστερα να έρθει να συζητήσει μαζί μας. Αυτό δεν είναι όλο. Τον αρνούνται και ως άτομο. Είναι φαύλος και κακόπιστος. Είναι κουτός. Είναι παλαβός. Είναι αίσχος για την Ελλάδα να υπάρχει ένα τέτοιος άνθρωπος. Είναι δημόσιος κίνδυνος. Πρέπει να εκλείψει οπωσδήποτε, να εξολοθρευτεί, να καταργηθεί, να μην μείνει κανένα ίχνος του στο πρόσωπο της Γης. Δεν κατορθώνουν να πιστέψουν οι Έλληνες ότι ένας άνθρωπος που σκέπτεται διαφορετικά από αυτούς μπορεί να είναι πολύ άξιος, πολύ έντιμος, πολύ χρήσιμος άνθρωπος. Άξιοι, έντιμοι, χρήσιμοι είναι μονάχα αυτοί που συμφωνούν μαζί μας. Οι άλλοι όλοι: φωτιά και τσεκούρι! Αυτό δεν είναι όλο. Τον αρνούνται και ως άτομο. Είναι φαύλος και κακόπιστος. Είναι κουτός. Είναι παλαβός. Είναι αίσχος για την Ελλάδα να υπάρχει ένα τέτοιος άνθρωπος. Μεσ’ στο δημιουργικό αναβρασμό της σημερινής Ευρώπης τι θέση κρατά η Ελλάδα; Τι συμβολή προσφέρουμε στις μεγάλες προσπάθειες που καταβάλλονται τριγύρω μας; Τίποτα! Το αισθανόμαστε βαθιά μόλις περάσουμε τα σύνορά μας πως δεν αντιπροσωπεύουμε τίποτα, πως κανείς δεν μας λογαριάζει στα σοβαρά, πως δεν μπορούμε να δικαιολογήσουμε τη θέση που κρατούμε στην Ευρώπη, πως είμαστε στα μάτια των ξένων μονάχα χρηματομεσίτες, βαπορατζήδες και μικρομπακάληδες και τίποτα περισσότερο. Αφού περιπλανηθούμε αρκετά μεσ’ στον ευρωπαϊκό πολιτισμό γυρνούμε κάποτε στο σπίτι με σφιγμένη την καρδιά. Που είναι λοιπόν οι Έλληνες; Τους γυρέψαμε παντού και δεν τους βρήκαμε πουθενά. Υπάρχουν όμως σε αυτό το σημείο, όπως σ’ όλα, διάφοροι ορίζοντες και διάφορες προοπτικές. Οι νοικοκυραίοι, αντιπρόσωποι της σημερινής ελληνικής αρμοδιότητας, θα μας πουν πως δεν είναι η ώρα κατάλληλη για να ξυπνούμε στους νέους τον έρωτα των υψηλών έργων, αφού το πάθος αυτό τους κάνει να αρνηθούν κάθε πνευματική και ηθική τάξη, να απομακρυνθούν από κάθε σοβαρή και κοινωφελή σταδιοδρομία, να ριχτούν σε τρελές, περιπέτειες, που τις περισσότερες φορές καταστρέφουν τη ζωή τους. Σήμερα, θα μας πουν, περισσότερο από πάντα, η Ελλάδα θέλει φρόνιμους νέους γεωπόνους, μηχανικούς, δασκάλους, οικονομολόγους, κι όχι ανήσυχους ονειροπόλους, που ταράζουν το έργο της περισυλλογής, που δεν προσφέρουν καμιά εκδούλευση στον τόπο και καταντούν συνήθως παράσιτοι. Θα απαντήσουμε δόξα τω Θεώ, οι φρόνιμοι νέοι δεν λείπουν στην Ελλάδα.Οι νοικοκυραίοι του Κράτους και του πνεύματος θα βρουν τριγύρω τους στρατιές από καλά παιδιά τέτοια που τα θέλουν, και δεν έχουν παρά να λάβουν τον κόπο να διαλέξουν τους πιο φρόνιμους ανάμεσα στους φρόνιμους για να τους εμπιστευθούν τους γυαλιστερούς τίτλους και τις πολύτιμες θέσεις. Δεν θα αφήσουμε όμως τη νοικοκυροσύνη να καταχτήσει ολόκληρη την ελληνική νιότη. Αν οι άνθρωποι που διευθύνουν χρειάζονται πολλούς νοικοκυραίους εμείς χρειαζόμαστε μερικές ταραγμένες ψυχές. Μα την αλήθεια, δεν βλέπουμε σε τι θα χρησιμεύει αυτός ο τόπος, αν πρόκειται να σβήσουν ολότελα το θείον πυρ; Τη φωτιά της δημιουργίας δεν την συντηρούν οι φυλακισμένοι φύλακες της κληρονομιάς των νεκρών, ούτε οι λογικοί και πραχτικοί που περπατούν πάντα στα σίγουρα και αποφεύγουν να κάνουν ένα βήμα εκεί που το έδαφος κουνιέται κάτω από τα πόδια τους, ούτε οι ήρεμοι επιστήμονες οι φορτωμένοι σοφία μα χωρίς μακρινά οράματα και καμμιά ανησυχία στην ψυχή, ούτε οι μικροί φιλόδοξοι, που έταξαν ως σκοπούς της ζωής τους, τους επαίνους των πρεσβυτέρων, την κοινωνική υπόληψη κι ένα τιμητικό αξίωμα. Είναι γεμάτοι τέτοιους ανθρώπους οι δρόμοι της Αθήνας κι ωστόσο η Ελλάδα δε δημιουργεί, η Ελλάδα δεν πραγματοποιεί τίποτα όμορφο. Η Ελλάδα -ας πω την τρομερή λέξη- δεν επιδιώκει τίποτα το μεγάλο. Τη φωτιά την συντηρούν οι ανυπόταχτοι, οι ανικανοποίητοι, οι τυχοδιώκτες της ψυχής και τους πνεύματος, οι άνθρωποι που τους σέρνει το πλεόνασμα των δυνάμεών τους, πιο μακριά από τους ορίζοντες και πιο υψηλά από το επίπεδο του πλήθους. Τη συντηρεί ο Άσωτος Υιός. Αν αυτός λείψει, ο τόπος σας όσο κι αν τον νοικοκυρέψετε δε θα αξίζει πολλά. Αλίμονο στην Ελλάδα, αν στηρίζει το μέλλον της μονάχα στις άμορφες μάζες των φρόνιμων παιδιών. Το ιδανικό τους είναι μια ήρεμη και γλυκιά μεσημβρινή Ελβετία, υπόδειγμα τάξης, άνεσης και μακαριότητας, χωρίς καμμία αγωνία, κανένα μεγάλο όνειρο, καμμιά τρέλα, καμμιά δημιουργική πνοή. Μα είναι δυνατό να καταντήσει Ελβετία αυτή η χώρα του Οδυσσέα; Μερικοί μάλιστα ρίχνουν στο κράτος τις μεγαλύτερες ευθύνες για την κατάσταση. Είναι νομίζω μεγάλη παρεξήγηση των πραγμάτων να περιμένει κανείς από το Κράτος να δημιουργήσει πνευματική ζωή. Ούτε οι Ακαδημίες δημιουργούν λογοτεχνία, ούτε τα Πανεπιστήμια σκέψη, ούτε τα Εθνικά Θέατρα θεατρική κίνηση. Τα επίσημα ιδρύματα παρακολουθούν (συνήθως με καθυστέρηση μιας γενεάς) τη δημιουργία που συντελείται αυθόρμητα στον ελεύθερο αέρα. Τη μελετούν, τη σχολιάζουν, τη διατηρούν στα αρχεία τους. Είναι οι αποθήκες της πνευματικής ζωής. Όταν το Κράτος φιλοδοξεί να παίξει τον πρώτο ρόλο στην πνευματική κίνηση, τα κάνει όλα θάλασσα. Το ελεύθερο πνεύμα το μεταβάλλει σε πνεύμα της πολιτικής σκοπιμότητας και την τέχνη την καταντά γραφειοκρατία. (…) Τα μόνα καθήκοντα του Κράτους είναι να συγχρονίσει την αναχρονιστική εκπαίδευσή μας και να σέβεται την ελευθερία της σκέψης. Ας μην του ζητούμε περισσότερα γιατί υπάρχουν πιθανότητες πως θα μας κάνει να μετανοήσουμε. Πάρετε στην τύχη μερικά από τα σημερινά έντυπα, στίχους, αφηγήσεις, συζητήσεις ιδεών. Τι θα συναντήσετε σχεδόν παντού; Ανία, απογοήτευση, νοσταλγία των περασμένων, μοιρολατρεία, ηττοπάθεια.Μπορώ να αναφέρω εδώ λόγια των πιο φωτισμένων ανθρώπων της Ελλάδας, που μοιάζουν κραυγές ναυαγών. Τι ανάγκη να προσπαθήσουμε, να αγωνιστούμε, να ζήσουμε, αφού «τίποτα δεν μπορεί να γίνει στο Ρωμέικο;». Τέτοιο είναι το δίδαγμα που εξάγεται από τα λόγια των περισσοτέρων πνευματικών οδηγών μας. Η σπουδαιότερη ασχολία τους είναι να καταστρέφουν τις ελπίδες των νεωτέρων τους και να συντηρούν το μαρασμό της Ελλάδας. Δεν έχω όρεξη να τους κατηγορήσω. Είναι φυσικό να μην περιμένουν τίποτα από το μέλλον οι άνθρωποι που είδαν όλα τα όνειρά τους να εξευτελίζονται… Κι είναι επίσης φυσικό ότι αυτοί οι νικημένοι, που έπαυσαν να πιστεύουν στον εαυτό τους, δεν επιτρέπουν στους άλλους να έχουν περισσότερη αυτοπεποίθηση. Είμαστε τσακισμένοι, μαραμένοι, χαμένοι μεσ’ στον κυκεώνα της σύγχρονης ζωής. Κανείς δεν περιμένει κάτι καλό από την Ελλάδα. Καμμιά ελπίδα δεν χαράζει πουθενά. Η στιγμή αυτή είναι βέβαια μια θαυμάσια στιγμή». https://cognoscoteam.gr/%cf%84%ce%bf-%ce%b1%cf%80%ce%af%cf%83%cf%84%ce%b5%cf%85%cf%84%ce%b1-%ce%b5%cf%80%ce%af%ce%ba%ce%b1%ce%b9%cf%81%ce%bf-%ce%ba%ce%b5%ce%af%ce%bc%ce%b5%ce%bd%ce%bf-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%b3%ce%b9%cf%8e/

Υπέρ της ελεύθερης αγοράς αλλά ενάντια στην ελεύθερη μετανάστευση! Λες και το εργατικό δυναμικό δεν είναι εμπόρευμα στην ελεύθερη αγορά! Σα να λέμε πουτ@να υπέρ της παρθενίας. Θατσερίστας γκόου χομ.

https://youtu.be/xDuBqQzkFFI

Η παρομοίωση των λαθρεποίκων με τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες στον Λίβανο του '80 είναι πιο αισχρή κι από την παρομοίωση τους με τους πρόσφυγες του '22. Τί πίνετε ρε;