Σελίδες

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βιβλιοθήκη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βιβλιοθήκη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

New Culture, New Right: Anti-Liberalism in Postmodern Europe

Michael O’Meara


New Culture, New Right is the first English-language study of the identitarian movements presently reshaping the contours of European politics. The study’s focus is Alain de Benoist’s GRECE (Groupement de Recherche et d’Etude pour la Civilisation Européenne), which Paul Piccone of Telos described as the most interesting group of continental thinkers since the existentialists of the 1950s and which elsewhere is seen as the leading school of contemporary Right-wing thought. Made up of veterans from various nationalist, traditionalist, far Right, and regionalist movements, the GRECE began as an association of French intellectuals committed to restoring the crumbling cultural foundations of European life and identity. Due to the quality of its publications and its philosophically persuasive reformulation of the Right project, it attracted an immediate audience. By the late 1970s it had recruited an impressive array of Continental thinkers to its ranks. In Italy, Germany, Belgium, and a number of other European countries, there have since emerged organizations and publishing concerns either directly linked to the Paris-based GRECE or involved in analogous endeavors. As a result of these diffusions, GRECE-style identitarianism has come to form the chief ideological alternative to the regnant liberalism. The European New Right to which the GRECE gave birth is new, however, not in the modernist sense of being novel, but in the traditionalist sense of reappropriating an origin whose meaningful possibilities remain open for realization. Such a revolutionary return to Europe’s roots has never seemed so urgent. After a half century under the liberal-democratic regimes imposed by the United States in 1945, Europeans now face extinction as a race and a culture. In opposition to the ethnocidal forces of the American Occupation and its European collaborators, New Rightists appeal to the primordial in their people’s heritage, aiming to awake a spirit of resistance and renaissance in them. The result, as documented in this introduction to their ideas, is one of the most formidable critiques ever made of the liberal project. Michael O’Meara, Ph.D., studied social theory at the Ècoles des Hautes Etudes en Sciences Sociales, and modern European history at the University of California. He is the author of Guillaume Faye and the Battle of Europe (2013), also published by Arktos.

https://arktos.com/product/new-culture-new-right-anti-liberalism-in-postmodern-europe/


Guillaume Faye and the Battle of Europe


 Michael O’Meara

Europe is at war and does not know it. She is overrun by invaders from the Global South, who seek to replace those who have inhabited her lands for at least the last 30,000 years. She is subject to an American overlord, whose world system dictates her de-Europeanization and globalization. She is mismanaged and betrayed by EU technocrats, corrupt politicians, and plutocratic elites. Without a revolutionary mobilization in her defense, the thousand-year-old civilization that grew out of the medieval Respublica Christiana and that we today associate with ‘Europe’ – along with the unique genetic heritage of her peoples – will forever cease to exist. Guillaume Faye – doctorate from one of France’s most prestigious Ècoles, social philosopher, author of numerous books and articles – is the Cassandra warning Europeans of their approaching extinction, and the need to prepare for the impending Battle of Europe. Michael O’Meara, Ph.D., studied social theory at the Ècoles des Hautes Etudes en Sciences Sociales, and modern European history at the University of California. He is the author of New Culture, New Right: Anti-Liberalism in Postmodern Europe (2004).

https://arktos.com/product/guillaume-faye-and-the-battle-of-europe/


Η κληρονομιά του Αλέξανδρου


Η Κληρονομιά του Αλεξάνδρου

Έξι αιώνες μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου, ένας Έλληνας από την Αίγυπτο, παίρνοντας το όνομα του Καλλισθένη, του συντρόφου του μεγάλου Μακεδόνα, συγκέντρωσε σε μια ενιαία αφήγηση όλους τους θρύλους που το όνομα του Αλεξάνδρου είχε απελευθερώσει στην ελληνιστική Ανατολή, μεταμορφώνοντας τον κατακτητή της Ασίας σε ένα είδος μάγου που έβγαινε από τις Χίλιες και μια νύχτες.

Η χωρίς προηγούμενο διάδοση του μυθιστορήματος του ψευδο-Καλλισθένη δείχνει καθαρά την τεράστια εντύπωση που προκάλεσε σε όλο τον κόσμο η μορφή του Αλεξάνδρου. Μέσω της λατινικής μετάφρασης του Ιούλιου Βαλέριου (4ος αι.) και εκείνης του αρχιερέα Λέοντα (Νάπολη, 10ος αι.), το Μυθιστόρημα του Αλεξάνδρου, συμπληρωμένο με τις μυθοπλασίες της Historia de Proeliis και της Επιστολής του Αλέξανδρου στον Αριστοτέλη, έγινε γνωστό σε όλους τους λαούς της Ευρώπης και αναπαράχθηκε σε πολλές γλώσσες, φτάνοντας μέχρι την Ισλανδία. Παρομοίως, και οι ανατολικοί λαοί μετέγραψαν στις γλώσσες τους την αφήγηση του ψευδο-Καλλισθένη, εμπλουτίζοντάς την με παραλλαγές που ο αλεξανδρινός μύθος είχε γεννήσει στην Ανατολή. Έτσι, για τους Αιγυπτίους, ο Αλέξανδρος υπήρξε ο γιος του τελευταίου Φαραώ, Νεκτανεβώ Β΄, ενώ οι Πέρσες Φιρντουζί (10ος αι.) και Νιζαμί (12ος αι.) τον είχαν μεταβάλει σε απόγονο του οίκου των Αχαιμενιδών, δηλαδή σε εθνικό ήρωα του Ιράν. Υιοθετημένος από την εσχατολογική ιουδαϊκή φιλολογία, ο Αλέξανδρος είναι επίσης παρών στο Κοράνι, όπου αναφέρεται ως Ισκαντέρ Δουλ-Καρνεΐν («Αλέξανδρος Δικέρατος»), σε ανάμνηση του γιου του θεού Άμμωνα, που ήταν στολισμένος με τα δύο κέρατα του πατέρα του. Ανάλογα χαρακτηριστικά βρίσκουμε στις αναρίθμητες μεταφράσεις του Μυθιστορήματος του Αλέξανδρου, στη συριακή, αρμενική, κοπτική, αιθιοπική, τουρκική, μαλαϊκή, σιαμέζικη και λοιπές γλώσσες. Ακόμα και σήμερα, οι οικογένειες των ευγενών του Μπαντακσάν, στις υπώρειες του Ιντοκούς, ισχυρίζονται πως κατάγονται από τον Αλέξανδρο, ενώ οι Καφίρ των ορέων του Νουριστάν θεωρούν πως είναι πρόγονοι των στρατηγών και των στρατιωτών του. Παρομοίως, ο πρόεδρος Σοεκάρνο –αλλά και οι παλαιοί Ολλανδοί κυβερνήτες– είχαν μεταμορφωθεί από τους κατοίκους της Ιάβας σε απογόνους του μεγάλου Ισκαντέρ Αγκούνγκ…

Άγαλμα του Βούδα, ελληνο-βουδιστικής τεχνοτροπίας, από το Βασίλειο της Ghandara, στο σημερινό Πακιστάν (1ος-2ος αι. μ.Χ.).
Έτσι, για πολλούς αιώνες, οι σαλτιμπάγκοι, οι ερμηνευτές του Αλβέριχου ντε Μπεζανσόν, του Αλεξάντρ ντε Μπερναί ή του πατέρα Λαμπρέχτ, οι αφηγητές του Σαχ-Ναμέχ, του Φιρντουζί και του Ισκαντέρ-Ναμέχ, του Νιζαμί, οι λαϊκοί βάρδοι και οι παραμυθάδες του χωριού αφηγούνταν στα ανάκτορα και στις δημοσιές της Ανατολής και της Δύσης πώς ο Αλέξανδρος είχε ανακαλύψει την Πηγή της Αιώνιας Νεότητας, πώς είχε εισχωρήσει στο μαγεμένο δάσος όπου, κάτω από κάθε δέντρο, κοιμάται μια νεαρή κοπέλα αιθέριας ομορφιάς, πώς είχε εξερευνήσει τον βυθό του Ωκεανού και πώς προσπάθησε να ανεβεί μέχρι τον έβδομο ουρανό. Ο Αλέξανδρος, διηγούνταν οι ποιητές, είχε αιχμαλωτίσει δυο φτερωτούς γρύπες τους οποίους άφησε νηστικούς για τρεις ημέρες. Την τρίτη μέρα, τους έζεψε σε έναν ζυγό από τον οποίο αιωρούνταν ένας θρόνος ο βασιλέας κάθισε επάνω του και ύψωσε ένα μακρύ κοντάρι στην άκρη του οποίου κρέμασε το συκώτι ενός ζώου. Οι πεινασμένοι γρύπες πέταξαν ψηλά για ν’ αρπάξουν την τροφή, και ανέβασαν έτσι τον βασιλιά στον ουρανό δεν ακούμπησαν ποτέ τη λεία τους και έτσι ο Αλέξανδρος ανέβαινε όλο και πιο ψηλά και θα έφτανε στον έβδομο ουρανό αν δεν συναντούσε ένα πνεύμα που τον διέταξε να κατέβει και πάλι ανάμεσα στους ανθρώπους: «Γιατί, του είπε, θέλεις να γνωρίσεις τα πράγματα του ουρανού όταν αγνοείς τα πράγματα της γης;»…
Αυτή την εικόνα της αναλήψεως του Αλεξάνδρου την συναντάμε λίγο-πολύ παντού στη Δύση: ας αναφέρουμε, ανάμεσα σε άλλα, το θαυμάσιο ψηφιδωτό δάπεδο του καθεδρικού ναού του Οτράντο, τα κιονόκρανα της Μονής του Μουασάκ, τα ανάγλυφα που κοσμούν την πρόσοψη του καθεδρικού ναού του Μπόργκο Σαν Ντονίνο ή εκείνη της εκκλησίας του Αγίου Μάρκου, στη Βενετία. Την ξαναβρίσκουμε, σχεδόν πανομοιότυπη, σε περσικές, αιθιοπικές, τουρκικές, ινδικές μινιατούρες. Η ωραιότερη αναπαράσταση αυτού του θέματος είναι, ίσως, αυτή που βρίσκουμε επάνω σε ένα θαυμάσιο μουσουλμανικό σμάλτο, στο Μουσείο Φερντιναντέουμ του Ίνσμπρουκ, που ανήκε άλλοτε σε έναν ακόμα λάτρη του Αλεξάνδρου: τον πρίγκιπα Σουλεϊμάν ιμπν-Νταούντ της Μοσούλης (1114-1144)…

Στο βάθος αυτής της οικουμενικής ονειροφαντασίας βρίσκεται ένα μοναδικό ιστορικό γεγονός: αν ο Αλέξανδρος κατέστη ο μοναδικός, κοινός σε Ανατολή και Δύση, ήρωας, αυτό συνέβη γιατί ο κόσμος που δημιούργησε εκπροσωπεί τη μεγαλύτερη διεθνή κοινότητα που γνώρισε ποτέ ο πλανήτης.

Ο «Φτωχό-Διόνυσος»


"Στο έργο του διακρίνεται η αγάπη προς τη φύση, τη ζωή και τον έρωτα, εκφρασμένη μέσα από ένα λυρισμό σκέψεων, μία βαθειά μελαγχολία και μία διαρκή μνήμη θανάτου. Επηρεασμένος τόσο από τον ορθόδοξο μυστικισμό όσο και από τη γερμανική σκέψη (Schopenhauer, Schiller κ.α.) προσπάθησε να συνθέσει μέσα στο έργο του δύο, και τρεις ενίοτε, διαφορετικούς κόσμους και τα κατάφερε, με αποτέλεσμα να γίνει ο ίδιος η φωνή της πατρίδας του και να αγαπηθεί μέχρι λατρείας από τον λαό του."


Ο «Φτωχό-Διόνυσος» είναι ένα φανταστικό διήγημα που δημοσιεύθηκε το 1872 στις «Λογοτεχνικές Συνδιαλέξεις» και μολονότι ανήκει στις δημιουργίες της νεότητας του συγγραφέα θεωρήθηκε από την αρχή ως ένα αριστούργημα. Σε αυτό το διήγημα ο Εμινέσκου φανερώνει διάφορες επιδράσεις που ανήκουν στη γερμανική λογοτεχνία και φιλοσοφία, στη γαλλική λογοτεχνία, στην ινδική φιλοσοφία και στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία και μυθολογία, κυρίως δε στις ορφικές ιδέες. Ο συγγραφέας αναπτύσσει μερικά αγαπημένα του φιλοσοφικά θέματα όπως η σχετικότητα του χώρου και του χρόνου («ο κόσμος ελαττωμένος σε έναν κόκκο δροσιάς»), και η ενότητα του Όλου εκφρασμένη σε μια σειρά ατελείωτη αριθμών(«το ένα ενυπάρχει σε όλα και το άπαν ενυπάρχει στο εν»). Το διήγημα έχει έναν ήρωα, τον Διόνυσο, ο οποίος περνά μια φιλοσοφική και ερωτική εμπειρία προορισμένη να τον οδηγήσει στην κατανόηση της αποστολής του στον κόσμο. Είναι ένας τυπικός ρομαντικός ήρωας (ορφανός, όμορφος και λόγιος), «εραστής της μοναξιάς και μη μισούμενος από κανέναν», ο οποίος πειραματίζεται με την βοήθεια ενός ενός παλαιού βιβλίου αστρολογίας που ανακάλυψε τυχαία,- του “Architecturae cosmicae sive astronomiae geocentricae compendium” – και καταφέρνει να ξεφύγει από το παρόν και να ταξιδεύσει σε μία προηγούμενη ζωή του, στον 15ο αιώνα, την περίοδο της βασιλείας του Αλεξάνδρου του Αγαθού, όταν ήταν νεαρός ευλαβής μοναχός στη μεσαιωνική Μολδαβία. Εκεί, κάτω από την επιβλητική σκιά των Καρπαθίων και μέσα στις σκοτεινές νύχτες των αρχαίων μολδαβικών δασών τον κυριεύει ο πειρασμός να κλέψει μία κοπέλα την οποία αγαπά κρυφά και, χρησιμοποιώντας τις γνώσεις μαγείας που του δίδαξε ένας πονηρός γερό εβραίος, να φύγει μαζί της για τη σελήνη. Καθώς η ίδια η σελήνη φαίνεται να τον προσκαλεί με τα παιχνιδίσματα του φωτός της, ο νεαρός μοναχός αποσχηματίζεται και καταφέρνει να φύγει με την αγαπημένη του για το φεγγάρι όπου έφτιαξε τον δικό του παράδεισο. Όμως, η ιστορία δεν τελειώνει εκεί….

Ο συγγραφέας δομεί πολλές σκηνές εποχής που δίνουν χρώμα στην αφήγηση. Ο τίτλος της νουβέλας παραπέμπει ευθέως στην ελληνική μυθολογία. Είναι γνωστό ότι ο Διόνυσος-Ζαγρεύς είναι ο θεός της βλάστησης στην ελληνική μυθολογία, η οποία τον θεωρεί γιο της Περσεφόνης και του Διός και ο οποίος εξαιτίας της ζήλιας της Ήρας θα καταβροχθισθεί από τους Τιτάνες. Ο Ζευς κατακεραυνώνει τους Τιτάνες και τον αναπλάθει από τις στάχτες τους. Επαναγεννημένος από τον Δία, ο Διόνυσος εξηγεί την διπλή φύση του ανθρώπου: την θεϊκή από τον Δία και την ανθρώπινη από τις στάχτες των Τιτάνων, εξηγώντας το αίνιγμα των διαδοχικών ζωών μέσα από την προσπάθεια απαλλαγής από το γήινο-τιτανικό στοιχείο. Εδώ εμπλέκεται και ο θρύλος του Ορφέως, προφήτη και μάγου που κατέβηκε στον Άδη για να βρει την αγαπημένη του Ευρυδίκη, ο οποίος κηρύσσει μια νέα πίστη, τον Ορφισμό που συνίσταται στην μύηση του νεοφύτου με τις χαρακτηριστικές παραδόσεις του θεού Διόνυσου και την αναγέννηση του μαζί με αυτόν. Η μετενσάρκωση επίσης αποτελεί βασικό δόγμα του Ορφισμού. Στο διήγημα του Εμινέσκου ανακαλύπτουμε έναν νέο μυημένο ήρωα, που τελεί ένα μυστηριακό τελετουργικό, μια ανώτερα προικισμένη ύπαρξη, ικανή να δημιουργήσει μια νέα πνευματική τάξη. Ο Διόνυσος σώζεται μέσω της μετενσάρκωσης, και ο συγγραφέας δανείζεται από τον ελληνικό μύθο όχι μόνο το θρυλικό σύμβολο αλλά και την εικόνα της γης που καταστρέφεται με έναν κατακλυσμό. Ο Μιχαήλ Εμινέσκου προσθέτει στο όνομα του Διονύσου το συμβολικό επίθετο «φτωχός», για να υπογραμμίσει την ασυμβατότητα μεταξύ της θεϊκής του φύσης και της κοινωνίας στην οποία εμφανίστηκε τυχαία.

https://blog.thulebooks.gr/diafora/%ce%bf-%cf%86%cf%84%cf%89%cf%87%ce%bf-%ce%b4%ce%b9%ce%bf%ce%bd%cf%85%cf%83%ce%bf%cf%83-%ce%bc%ce%b9%cf%87%ce%b1%ce%b7%ce%bb-%ce%b5%ce%bc%ce%b9%ce%bd%ce%b5%cf%83%ce%ba%ce%bf%cf%85/