Σελίδες

Μία κουλτούρα τῆς ἄλλης Εὐρώπης


Ὁ εὐρασιατισμὸς εἶναι μία πρόσκληση για να ξεμάθουμε τὴν Δύση. Μία ρήξη μὲ τὴν δυτικὴ ἐπιστημολογία. Τοῦτο ἀπαιτεῖ τὴν ἐπεξεργασία μιας γλώσσας καὶ μιᾶς ἰδίας λογικῆς. Λίγα πνευματικά ρεύματα ὑπῆρξαν τόσο γόνιμα, τὴν ὥρα ποὺ φέρνουν στὸ φῶς καινούργιους γνωστικοὺς κλάδους -γεωσοφία, ἐθνοσοφία, ἱστοριοσοφία- ἤ ἐπινοοῦν καινούργιους ὅρους -τοπογέννεση, ἰδεοκρατία, ἐθνογένεση, παθιασμός. Ὅροι καὶ κλάδοι ποὺ δύσκολα μποροῦν νὰ ταυτοποιηθοῦν ἀπὸ τὰ ἐπιστημονικὰ πρότυπα τῆς Δύσης. Ὅμως, ἡ εὐρασιατική προσέγγιση δὲν ἐπιδιώκει νὰ ἀναγνωρισθεῖ ἀπὸ τὴν Δύση, ἀλλὰ νὰ διαφέρει ἀπὸ αὐτήν. Ἐνῶ ἡ δυτικὴ προσέγγιση ἐρωτᾶ γιὰ τὸ «πῶς» τῶν πραγμάτων, ἡ εὐρασιατικὴ ἐρωτᾶ γιὰ τὸν σκοπὸ ἤ γιὰ τὸ νόημά τους. Ὁ εὐρασιατισμὸς είναι πρωτίστως μία ἑρμηνευτική, στὸν βαθμὸ ποὺ ἑρμηνεύει τὰ φαινόμενα ὡς σύμβολα ἤ σημεῖα τοῦ ὑπερβατικοῦ. Εἶναι ἐπίσης μία ὁλιστικὴ σκέψη, ὡς πρὸς τὸ ὅτι προσπαθεῖ νὰ καταδείξει τὴν ἑνότητα τῶν φαινομένων ποὺ περιγράφει καὶ νὰ τὰ τοποθετήσει ὡς μέρη ἑνὸς «ὅλου». Ὁ ἐπιστημονικὸς ὁλισμὸς εἶναι «μία ἐπιδίωξη γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς γνώσης καὶ ἀποτελεῖ μία σταθερὰ τῆς ρωσσικῆς σκέψης».  Γιὰ τὸν εὐρασιατισμὸ οἱ ἐπιστῆμες ἀποτελοῦν κι αὐτὲς μία ἔκφραση τῆς ἐθνικῆς ταυτότητας.

Δὲν πρέπει ὅμως νὰ ἀπατώμεθα. Αὐτὴ ἡ ἀνατροπὴ τῆς δυτικῆς λογικῆς ἔχει ὡς πνευματική της μήτρα τὴν Εὐρώπη. Ὁ εὐρασιατισμὸς στηρίζεται στὴν κληρονομιὰ τοῦ Χέγκελ, ὅταν δίνει τὸ πρωτεῖο στὶς «ἰδέες» ὡς κινητήρια δύναμη τῆς ἱστορίας. Χρησιμοποιεῖ ἐπίσης τὶς θεωρίες τοῦ Χέρντερ, τὶς σχετικὲς μὲ τὴν ὑπεράσπιση τῆς ἰδιαιτερότητας τῶν λαῶν. Ἀφορμᾶται ἀπὸ τὴν νεοπλατωνικὴ ἀντίληψη ὡς πρὸς τὴν πίστη του σὲ μία «ἀπόκρυφη σημασία» τῶν πραγμάτων. Εἶναι ἐμπνευσμένος ἀπὸ τὴν γερμανικὴ «φιλοσοφία τῆς φύσης» (Naturphilosophie) ὡς πρὸς τὴν ὑποστήριξή του στὸν ἐπιστημονικό οργανικισμό. Βασίζεται στις ἰδέες τοῦ Νίτσε σχετικὰ μὲ τὴν ἀντίθεση μεταξὺ «κουλτούρας» καὶ «πολιτισμοῦ». Συνεχίζει τὸ ἔργο τοῦ Σπένγκερ ὡς πρὸς τὴν κυκλικὴ ἀντίληψη τῆς ἱστορίας. Ἐνσωματώνει την φιλοσοφία τοῦ Μπέργκσον ὡς πρὸς τὴν κριτική τοῦ ἐπιστήμονισμοῦ. Καὶ οὕτω καθεξής.


Παρὰ τὴν πρωτοτυπία τῶν διατυπώσεών του καὶ τὸν ἔντονα ρωσσικό χαρακτήρα τῆς ὀπτικής του, ὁ εὐρασιατισμὸς συμμετείχε στο ευρωπαϊκό κλίμα τῆς ἐποχῆς του -κατὰ τὶς δεκαετίες τοῦ '20 καὶ τοῦ '30 τοῦ περασμένου αἰῶνα. Ὑπὸ αὐτὴν τὴν ἔννοια, μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὡς μία Ρωσσική «Συντηρητική Ἐπανάσταση» ἤ ὡς ἡ ρωσσικὴ ἐκδοχή τῆς γερμανικῆς «Συντηρητικῆς Ἐπανάστασης». Ὅπως καὶ ἡ τελευταῖα, ὁ εὐρασιατισμὸς προσλαμβάνει την δυτικὴ γνώση καὶ βρίσκεται στην καρδιὰ τῆς νεωτερικότητας, ἀλλὰ τὸ κάνει γιὰ νὰ τὴν ἀνατρέψει καὶ νὰ τὴν περάσει ἀπὸ ἄλλα κανάλια. Ἀπέναντι στὸν παθητικὸ παραδοσιοκρατισμό, ποὺ προσκολλᾶται στὸ παρελθόν, ὁ εὐρασιατισμὸς εἶναι ἕνας ἐνεργὸς ἀντιδυτικισμός, ποὺ δὲν ἀποκηρύττει τὴν ἰδέα τῆς ἐπανάστασης. Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά, τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτοπροσδιορίζεται σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν Εὐρώπη δὲν σημαίνει ὅτι οἱ εὐρασιατιστὲς εἶναι ἀντιεύρωπαῖοι ἀλλὰ ἀντιδυτικιστές. Εἶναι ἀντιευρωπαϊστές μονάχα στὸν βαθμὸ κατὰ τὸν ὁποῖο ἡ Εὐρώπη ἔχει μετατραπεῖ σὲ Δύση -σὲ ἕνα ὁμοιομορφοποιητικό καὶ παγκοσμιοποιητικὸ πρόταγμα- καὶ ἔχει γυρίσει την πλάτη της σὲ αὐτὸ ποὺ κάποτε δημιούργησε τὸ μεγαλείο της. Οἱ εὐρασιατιστὲς συγκαταλέγονται δικαιωματικὰ σὲ μία εὐρωπαϊκή πολιτιστική παράδοση: στὴν ἐξέγερση ἡ ὁποία, ἀπὸ τὸν ρομαντισμό καὶ μετά, ἐκφράζεται ἐναντίον τοῦ ὀρθολογιστικοῦ καὶ ἀστικοῦ πολιτισμοῦ -εἶναι ἡ κουλτούρα τῆς ἄλλης Εὐρώπης.


Ὅμως, ὁ εὐρασιατισμὸς ἀποτελεῖ παράδειγμα, πάνω ἀπ' ὅλα, τοῦ τί μπορεῖ νὰ δώσει μία μεταπολιτικὴ σκέψη ποὺ φθάνει στὸ ὑψηλότερο ἐπίπεδό της. 


Ἄν ἡ Δύση ἀντιπροσωπεύει τὸ ἡλιοβασίλεμα, τὴν παρακμή, ἡ Εὐρασία -ἡ χώρα ἀπὸ ὅπου ἀνατέλλει ὁ ἥλιος- ἀντιπροσωπεύει τὴν ἀναγέννηση. Ἡ γεωπολιτικὴ καὶ ἡ ἐσχατολογία ἀναμειγνύονται ἔτσι σὲ ὁρισμένες διατυπώσεις ποὺ θὰ ἦταν ἀδιανόητες ἐκτὸς τῆς ρωσσικῆς πολιτιστικῆς τροχιᾶς.

Ὁ Ντούγκιν εἶναι συγγραφέας ἑνὸς πολυσχιδοῦς ἔργου, οἱ διανοούμενοι στοὺς ὁποίους ἀναφέρεται εἶναι κατὰ προτίμηση ξένοι καὶ ἀνήκουν στοὺς καταραμένους τοῦ εὐρωπαϊκοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνα. Ὁ σκληρὸς πυρήνας τῆς σκέψης του -τὸ ἐσωτερικό του μέρος- ἀναφέρεται στὴν παραδοσιοκρατία ποὺ διατύπωσαν ὁ Ρενὲ Γκενὸν [René Guenon] καὶ ὁ Ἰούλιος Ἔβολα ὡς ριζικὴ ἐξέγερση κατὰ τοῦ μοντέρνου κόσμου. Ἐξίσου σημαντικὴ εἶναι ἡ προσήλωσή του στὶς ἀρχὲς τῆς γερμανικῆς «Συντηρητικῆς Ἐπανάστασης» τῆς δεκαετία τοῦ 1920, στὴν φιλοσοφία τοῦ Χάϊντεγκερ καὶ στοὺς θεωρητικοὺς τῆς κλασικῆς γεωπολιτικῆς. Ἡ πρωτοτυπία τοῦ Ντούγκιν ἔγκειται στὸ ὅτι ἔχει «τροφοδοτήσει» θεωρητικὰ τὸν εὐρασιατισμὸ μὲ εὐρωπαϊκὲς μὴ κομφορμιστικές πηγές, προκειμένου νὰ τὶς ἀνακατευθύνει πρὸς μία ἄλλη διάσταση. Ἀπὸ μία σχολὴ σκέψης «τῆς Ρωσσίας καὶ γιὰ τὴν Ρωσσία»


ὁ νεοευρασιατισμὸς γίνεται ἔτσι μία ἐπαναστατικὴ θεωρία παγκόσμιας ἐμβέλειας, «ἀποεδαφικοποιεῖται» καὶ προσλαμβάνει τὰ χαρακτηριστικὰ ἑνὸς ἐνεργητικοῦ ἀντιδυτισμοῦ, ἑνὸς ὑποδείγματος γιὰ ἐκείνους ποὺ ἀντιστέκονται στὴν νέα παγκόσμια τάξη. «Ἕνας εὐρασιατιστής», ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Ντούγκιν, «δὲν εἶναι ἕνας κάτοικος τῆς εὐρασιατικῆς ἠπείρου, ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀναλαμβάνει οἰκειοθελῶς ἕναν ὑπαρξιακό, ἰδεολογικὸ καὶ μεταφυσικὸ ἀγῶνα κατὰ τοῦ ἀμερικανισμοῦ, τῆς παγκοσμιοποίησης καὶ τοῦ ἰμπεριαλισμοῦ τῶν δυτικῶν ἀξιῶν».


Αὐτὸς ὁ μεταγεωγραφικὸς νεοευρασιατισμὸς ἀποκτᾶ στὸν Ντούγκιν ἕνα ὄνομα: τὴν Τέταρτη Πολιτικὴ Θεωρία. 





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου