Το μόνο για το οποίο ψάχνουμε είναι ο Άνθρωπος. Δεν χρειαζόμαστε άλλους κόσμους.
Καθρέφτες χρειαζόμαστε.
Stanislaw Lem (Σολάρις)
Πυργῖται
Για Μια Αναρχική Απελευθερωτική Προοπτική
Υπέρ της ανάστασης των «νεκρών» (Μέρος Α΄)
Υπέρ της ανάστασης των «νεκρών» (Μέρος Α΄)
24 Απριλίου 2019 Πυργίτης
Όπως έχουν τα πράγματα, ο νους είναι αποτέλεσμα πολλών χιλιάδων χρόνων επιρροής -βιολογικής, κοινωνιολογικής, περιβαλλοντικής, κλιματικής, διατροφικής και λοιπά. […] Αν ο νους δεν έχει ελευθερία, δεν μπορεί να ανακαλύψει τί είναι αλήθεια και τί όχι· και το να έχει ελευθερία σημαίνει να είναι απαλλαγμένος από κάθε επιρροή.(Τζίντου Κρισναμούρτι)
Οι θνήσκοντες και ανασταινόμενοι θεοί
Στον αρχαίο κόσμο, αιώνες πριν την εμφάνιση του Χριστιανισμού, υπήρχε μια ευρέως διαδεδομένη θρησκευτική μυθολογική αφήγηση σε όλη την περιοχή της ανατολικής Μεσογείου και στον Ελλαδικό χώρο. Ο μύθος, σε κάθε περίπτωση, αναφερόταν σε έναν θεό, ο οποίος πέθαινε μαρτυρικά και στη συνέχεια ανασταινόταν.
Ο κάθε τόπος διέθετε τη δική του εκδοχή του μύθου και απέδιδε στον θεό αυτόν διαφορετικές ονομασίες. Στην φαραωνική Αίγυπτο λεγόταν Όσιρις, στον μείζονα Ελλαδικό χώρο Διόνυσος, στη Μικρά Ασία Άττις, στη λεγόμενη Συροπαλαιστίνη Άδωνις, στην Περσία Μίθρας και στην Ιταλική χερσόνησο Βάκχος. Η μυθική αφήγηση, ωστόσο, εμπεριείχε στον πυρήνα της παντού τα ίδια χαρακτηριστικά. Ο θεός γεννιόταν από μια παρθένο σε μια σπηλιά ή σε έναν στάβλο στις 25 Δεκεμβρίου. Αργότερα, εισερχόταν θριαμβευτικά σε μια πόλη επί όνου και γινόταν δεκτός από τον λαό, ο οποίος κράδαινε κλάδους φοινικιάς. Στη συνέχεια πέθαινε, θυσιαζόμενος για την αποκατάσταση του κόσμου, κατέβαινε στον Άδη (ή σε άλλη αντίστοιχη θεότητα του λεγόμενου Κάτω Κόσμου) και την τρίτη ημέρα ανασταινόταν εκ νεκρών, ανερχόμενος στον ουρανό. Η θυσία αποκαθιστούσε την ιερότητα του κόσμου, καθαρίζοντας τον καθημερινό χρόνο και τόπο και αναγεννώντας τον. Η αναγέννηση αυτή νοούνταν ως μεταμόρφωση, που ξαναδημιουργούσε τον χρόνο και τον τόπο, αλλά και κάθε ον εντός τους, σε ένα ιερό εδώ και τώρα.
Φαίνεται, πως στοιχεία τουλάχιστον του συγκεκριμένου μύθου είναι πανάρχαια. Η Margaret Murray, αρχαιολόγος και αιγυπτιολόγος των αρχών του περασμένου αιώνα, με ανασκαφές στις πυραμίδες της Αιγύπτου στο ενεργητικό της μαζί με τον περισσότερο γνωστό Flinders Petrie (ο οποίος ανακάλυψε τις πυραμίδες της Γκίζας και τη στήλη του Μερνεφθά) αναφέρει ότι «το ιερό δράμα της αφοσίωσης και της θυσίας του ενσαρκωμένου θεού μπορούμε να το παρακολουθήσουμε στα κείμενα των Πυραμίδων», δηλαδή το 2.700 π.Χ,, περίπου.
Ο Ηρόδοτος στις «Ιστορίες» του αναφέρει ότι «στην ίδια λίμνη οι Αιγύπτιοι τελούν κατά τη διάρκεια της νύχτας τα Μυστήρια, το Πάθος αυτής της ύπαρξης το όνομα της οποίας δεν μπορώ να εκστομίσω». Και στη συνέχεια: «Όλες οι λεπτομέρειες αυτών των τελετών ήταν γνωστές σε εμένα αλλά δεν θα πω τίποτε περισσότερο». Ο Ηρόδοτος ουσιαστικά παρέχει την απόδειξη της ομοιότητας των Αιγυπτιακών και των Ελληνικών Μυστηρίων στα οποία φαίνεται πως ήταν μυημένος εφ’ όσον τα γνώριζε. Είναι γνωστό πως οι μυημένοι στις τελετουργίες των Μυστηρίων έπαιρναν όρκο σιωπής για τα τεκταινόμενα σ’ αυτές· ως εκ τούτου ο Ηρόδοτος δεν μας παρέχει περισσότερες λεπτομέρειες.
Στον Ελλαδικό χώρο, η μυστηριακή λατρεία εισήχθη σταδιακά τον 6ο αι. π.Χ.[i] και διόλου τυχαία συνέπεσε χρονικά με τη ραγδαία ανάπτυξη της φιλοσοφικής σκέψης. Τον 6ο και 5ο αι. π.Χ. οι πιο διεισδυτικοί Έλληνες στοχαστές προχώρησαν σε μια κριτική της ίδιας της παράδοσής τους, όπως αυτή διασωζόταν στα Ομηρικά έπη, χωρίς φυσικά να την απορρίψουν, θεωρώντας τη μυστηριακή λατρεία ως εκφραστή ενός βαθύτερου και ανώτερου οντολογικού νοήματος. Στηλίτευαν δε την δεισιδαιμονία, η οποία εκφραζόταν συχνά στη λαϊκή θρησκεία της εποχής. Τα λεγόμενα «Μυστήρια» διαμορφώθηκαν από τη θρησκευτική κίνηση του Ορφισμού και του Πυθαγορισμού και είναι γνωστό πως ο Πυθαγόρας μαθήτευσε τόσο στην Αίγυπτο, όσο και στη Βαβυλώνα. Οι Πυθαγόρειοι θεωρούνται αυτοί οι οποίοι ανέδειξαν τον Διόνυσο –ο οποίος μέχρι τότε ήταν μια κατώτερη θεότητα– ώστε να αποτελέσει το αντίστοιχο του Όσιρι των Αιγυπτίων. Σύμφωνα με μιαν άλλη εκδοχή, ήταν ο Ορφικός ποιητής Ονομάκριτος ο οποίος τον 6ο αιώνα π.Χ. έκανε την καινοτομία της εισαγωγής του θανάτου-ανάστασης του Διονύσου στα Μυστήρια.